Το θέατρο στην υπηρεσία της ψυχής
«Η Τέχνη είναι μεγάλη. Θα την πλησιάσουμε με ευλάβεια και σεβασμό. Δεν έχουμε το δικαίωμα να την κατεβάζουμε στο ανάστημά μας».
Σήμερα ο λόγος για έναν άνθρωπο ολότελα ερωτευμένο… με την τέχνη του. Για έναν μεγάλο δάσκαλο του θεάτρου, τον Κάρολο Κουν, που έφυγε από τη ζωή στις 14 Φεβρουαρίου του 1987.
Γεννήθηκε στην Προύσα της Μικρασίας, αλλά μεγάλωσε στην Κωνσταντινούπολη. Ως παιδί υπήρξε μοναχικό, με τους γονείς του να απουσιάζουν συχνά και την ανατροφή του να αναλαμβάνει μια πρωσογερμανίδα γκουβερνάντα, ένας παπάς και μια καθηγήτρια πιάνου. Η καλλιτεχνική του φύση ανέτειλε από νωρίς. Ώρες αφοσιωμένος στη ζωγραφική, τη μουσική και το «αυτοσχέδιο» θέατρο, με σκηνικά τα ίδια τα έπιπλα του σπιτιού του.
Κατά την εφηβεία φοιτά στην Αμερικανική Ροβέρτειο Σχολή της Κωνσταντινούπολης και στη συνέχεια σπουδάζει Αισθητική στη Σορβόννη. Θα επιτελέσει καθηγητής αγγλικών στο Κολέγιο Αθηνών και τότε είναι που θα ανεβάσει και τις πρώτες του θεατρικές παραστάσεις.
Σταθμοί στη ζωή του αποτελούν οι γνωριμίες με πρόσωπα όπως ο Φώτης Κόντογλου, ο Γιάννης Τσαρούχης και ο Διονύσιος Δεβάρης. Με τους δύο τελευταίους, μάλιστα, θα ιδρύσουν τη Λαϊκή Σκηνή το 1933. Πέντε χρόνια αργότερα συνεργάζεται με τους θιάσους της Κατερίνας και της Κοτοπούλη.
«Για να γίνουν θαύματα, πρέπει να πιστεύουμε σε θαύματα».
Το ασίγαστο όνειρο του ίδιου ήταν να δημιουργήσει έναν δυνατό πυρήνα ηθοποιών, έναν δικό του θίασο όπου η αφοσίωση και η εργασία με ψυχική και οργανική ενότητα θα ήταν τα απαραίτητα συστατικά. Και σε αυτό το όνειρο πίστεψε με όλη του την καρδιά.
Το Θέατρο Τέχνης γεννήθηκε μέσα στη σκοτεινιά της γερμανικής κατοχής, το 1942. Ο Κουν είχε μιλήσει για αυτή τη συγκυρία: «Η εποχή αυτή παρά τις κακουχίες στέγαζε συναισθηματικό πλούτο. Έπαιρνες πολλά και έδινες πολλά. Μας ζώνανε κίνδυνοι, στερήσεις, βία και τρομοκρατία. Γι’ αυτό σαν άνθρωποι αισθανόμασταν την ανάγκη της πίστης, εμπιστοσύνης, συναδέλφωσης, έξαρσης, και θυσίας. Πίστης για ένα θέατρο έξω από το εμπορικό κύκλωμα, αδέσμευτο από επιχειρηματία, απαλλαγμένο από βεντετισμούς, ανένδοτο σε καλλιτεχνικούς συμβιβασμούς».
Το 1954 το Θέατρο μεταφέρεται στο Υπόγειο της Στοάς Ορφέως, μιας κοιτίδας πολιτισμού από όπου ανεφύησαν κορυφαίοι ηθοποιοί, σκηνοθέτες, μουσικοί και σκηνογράφοι. Κάποια ονόματα από αυτά: Διαμαντόπουλος, Καλλέργης, Χατζηαργύρη, Ζερβός, Φέρτης, Μιχαλακόπουλος, Καρακατσάνης, Πιττακή, Αρμένης, Γκιωνάκης, Κουγιουμτζής, καθώς και συνεργασίες με Πλωρίτη, Χατζηδάκι, Τσαρούχη.
Μέσα από το Θέατρο Τέχνης το ελληνικό κοινό γνώρισε άγνωστα θεατρικά είδη και συγγραφείς, όπως για παράδειγμα το θέατρο του Παραλόγου. Επιπλέον, ήρθε ξανά σε επαφή με σπουδαία έργα της παγκόσμιας δραματουργίας όπως αυτά των Πιραντέλλο, Ουίλλιαμς, Τσέχωφ, Μπρεχτ, Μίλλερ, Σαίξπηρ, και δημιούργησε νέους συγγραφείς όπως ο Καμπανέλλης, ο Αναγνωστάκης, ο Μουρσελάς.
Η ίδια η ύπαρξη του Θεάτρου Τέχνης αποτέλεσε διδαχή πολιτισμού, τόσο μέσω της αναβίωσης κορυφαίων έργων, όσο και μέσω της λειτουργίας του. Η μεγαλοσύνη του, θα ήταν εύλογο να πούμε ότι, υπήρξε αποτέλεσμα του έρωτα αρχικά του πρωτομάστορα-εμπνευστή του και κατά συνέπεια των ανθρώπων που πέρασαν από αυτό.
«Δεν κάνουμε θέατρο για το θέατρο. Δεν κάνουμε θέατρο για να ζήσουμε. Κάνουμε θέατρο για να πλουτίσουμε τους εαυτούς μας, το κοινό που μας παρακολουθεί κι όλοι μαζί να βοηθήσουμε να δημιουργηθεί ένας πλατύς, ψυχικά πλούσιος και ακέριος πολιτισμός στον τόπο μας. Μόνος ο καθένας μας είναι ανήμπορος. Μόνος, ο καθένας από σας τους πιο κοντινούς στην προσπάθειά μας, είναι ανήμπορος. Μαζί ίσως κάτι μπορέσουμε να κάνουμε. Το θέατρο ως μορφή Τέχνης, δίνει τη δυνατότητα να συνδεθούμε, να συγκινηθούμε, ν’ αγγίξουμε ο ένας τον άλλον, να νοιώσουμε μαζί μια αλήθεια. Να γιατί διαλέξαμε το θέατρο σα μορφή εκδήλωσης του ψυχικού μας κόσμου. Το Θέατρο Τέχνης είναι μια εκδήλωση ζωής».
http://www.ert-archives.gr/V3/public/main/page-assetview.aspx?tid=0000007301&tsz=0&autostart=0
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.
Κείμενο: Αλίκη Μαργαρού (Lavart)