Στους ήσυχους διαδρόμους της μνήμης, εκεί όπου παραμένουν οι απόηχοι των παθών του παρελθόντος, το ποίημα του Κωνσταντίνου Καβάφη «Θυμήσου, Σώμα…» μας καλεί να αναλογιστούμε τις φευγαλέες αλλά και βαθιές στιγμές που διαμόρφωσαν την ίδια μας την ουσία.
Ο Καβάφης, με το χαρακτηριστικό ενδοσκοπικό ύφος του, διεισδύει στο οικείο πεδίο της επιθυμίας και της ανάμνησης. Οι στίχοι του διαπνέονται από μια μελαγχολική ομορφιά, αποτυπώνοντας τον τρυφερό πόνο της αγάπης που ήταν και της αγάπης που θα μπορούσε να ήταν.
Το απόσπασμα που πρόκειται να διαβάσετε είναι μια μαρτυρία για τη σωματικότητα της μνήμης. Δεν είναι απλώς η ανάμνηση της ολοκλήρωσης του έρωτα, αλλά η ζωντανή ανάμνηση των επιθυμιών που τρεμόπαιζαν στα βλέμματα και έτρεμαν στις φωνές, μόνο και μόνο για να ανατραπούν από τις ιδιοτροπίες της μοίρας. Τα λόγια του Καβάφη μιλούν για την καθολική εμπειρία της λαχτάρας και τη γλυκόπικρη φύση της ανεκπλήρωτης λαχτάρας.
Καβάφης: «Επέστρεφε συχνά και παίρνε με, αγαπημένη αίσθησις επέστρεφε και παίρνε με»
Kωνσταντίνος Kαβάφης – «Θυμήσου, Σώμα…»
Σώμα, θυμήσου όχι μόνο το πόσο αγαπήθηκες,
όχι μονάχα τα κρεββάτια όπου πλάγιασες,
αλλά κ’ εκείνες τες επιθυμίες που για σένα
γυάλιζαν μες στα μάτια φανερά,
κ’ ετρέμανε μες στην φωνή — και κάποιο
τυχαίον εμπόδιο τες ματαίωσε.
Τώρα που είναι όλα πια μέσα στο παρελθόν,
μοιάζει σχεδόν και στες επιθυμίες
εκείνες σαν να δόθηκες — πώς γυάλιζαν,
θυμήσου, μες στα μάτια που σε κύτταζαν·
πώς έτρεμαν μες στην φωνή, για σε, θυμήσου, σώμα.
Όταν ο Κούντερα μας ψιθύρισε για τον έρωτα δεν κλείσαμε τα αυτιά μας !