Το 1970, οι Creedence Cleerwater Revival, ένα εκ των σημαντικότερων συγκροτημάτων της γενιάς των Hippies, κυκλοφορεί το τραγούδι Run Through The Jungle.
Αρχικά ως κομμάτι του πέμπτου δίσκου τους, Cosmo’s Factory και αργότερα ως single. Αμέσως θα καθιερωθεί ως ένα τραγούδι-ορόσημο για τον πόλεμο του Βιετνάμ που μαινόταν εκείνη την περίοδο. Άλλωστε, το ίδιο το τραγούδι μαρτυρά το γιατί.
Από την εισαγωγή, όπου τα sound effect που δημιουργούν τα όργανα μεταφέρει το κλίμα του πολέμου στη ζούγκλα στα αυτιά του ακροατή, μέχρι τους στίχους του (… They told me don’t go walking slow the devil’s on the loose…). Ο John Fogerty, κύριος τραγουδιστής, στιχουργός, και κιθαρίστας των CCR, θα δηλώσει σε συνέντευξη που παραχώρησε αρκετά χρόνια αργότερα, αναφορικά με την πραγματική θεματολογία του τραγουδιού:
Αυτό για το οποίο ήθελα να μιλήσω ήταν ο έλεγχος και ο πολλαπλασιασμός των όπλων… Θυμάμαι ότι διάβαζα εκείνη την εποχή ότι υπήρχε ένα όπλο για κάθε άνδρα, γυναίκα και παιδί στην Αμερική, κάτι που μου φάνηκε συγκλονιστικό. Έτσι, κάπου στο τραγούδι, νομίζω ότι είπα, «200 εκατομμύρια όπλα είναι γεμάτα» (200 million guns are loaded, στο πρωτότυπο) … Απλώς σκέφτηκα ότι ήταν ανησυχητικό το γεγονός ότι ήταν μια τέτοια ζούγκλα για τους πολίτες μας, που απλώς να περπατούσαν ήσυχοι. Τουλάχιστον πρέπει να γνωρίζουν ότι υπάρχουν τόσα πολλά ιδιωτικά όπλα που ανήκουν σε κάποιους υπεύθυνους και ίσως πολλούς ανεύθυνους ανθρώπους.
Εκείνες Οι Τρείς Μέρες Ειρήνης, Αγάπης και Μουσικής Συμπλήρωσαν Πενήντα Χρόνια
Το τραγούδι θεωρείται, επίσης, το αγαπημένο του κιθαρίστα του συγκροτήματος και αδεφού του John, Tom Fogerty. Όπως ο ίδιος δήλωσε:
Είναι σαν μια μικρή ταινία από μόνη της με όλα τα ηχητικά εφέ. Δεν αλλάζει ποτέ το μοτίβο του, αλλά κρατά το ενδιαφέρον ζωντανό όλη την ώρα. Είναι σαν το όνειρο ενός μουσικού. Ποτέ δεν αλλάζει το ρυθμό του, αλλά έχεις την ψευδαίσθηση ότι το κάνει.
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.