Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας: Ημέρα μνήμης και σκέψης
Η Ημέρα της Γυναίκας γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 8 Μαρτίου, δεν είναι όμως μια γιορτή όπως όλες κι ας έχει καταλήξει (ή καταντήσει) στην χώρα μας τουλάχιστον -καθώς δεν έχω εμπειρία από άλλες χώρες- να μοιάζει με την γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου. Ανθοπωλεία γεμάτα λουλούδια για να μας προσφέρουν οι άνδρες κοσμήματα και άλλα δωράκια που στην πραγματικότητα δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία, αν σκεφτούμε πως ακόμη και τώρα το 2021, οι γυναίκες παλεύουμε για αυτονόητα πράγματα, ακόμη και στην καθημερινότητά μας. Ούτε φυσικά οι εορτασμοί της ημέρας στα μπουζούκια υπό τους ήχους του «θα τα βροντήξω όλα κάτω και θα φύγω» καταδεικνύουν τη σπουδαιότητα της ημέρας, παρά μια λυσιστρατικής οπτικής ημερήσια επανάσταση για τη γυναίκα που την επόμενη ημέρα θα γυρίσει σπίτι, αναλαμβάνοντας και πάλι όλο το νοικοκυριό, χωρίς -πολλές φορές- την παραμικρή συμμετοχή του συζύγου ή συντρόφου.
Το 2021, οι γυναίκες βρίσκονται σε καλύτερη σαφώς θέση από αυτή που βρίσκονταν πενήντα, σαράντα ή ακόμη και είκοσι χρόνια πριν. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί κάτι τέτοιο. Ακόμη όμως έχουν να παλέψουν για πολλά. Η χρονιά που πέρασε έφερε στην επιφάνεια ζητήματα που είχαν θαφτεί κάτω από το χαλί. Εν μέσω καραντίνας, τα ποσοστά των γυναικών που δέχονται ενδοοικογενειακή βία αυξήθηκαν αστραπιαία, πολλές ακόμη κλήθηκαν να φέρουν εις πέρας πολλαπλούς ρόλους, ενώ εργάζονταν από απόσταση στην φαινομενική ηρεμία τους σπιτιού τους. Στην Πολωνία, οι γυναίκες έχασαν το δικαίωμα να ορίζουν το σώμα τους και να αποφασίζουν γι’ αυτό και δεν μπορούν να προβούν σε τεχνητή διακοπή της κύησης, παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, αυτές για τις οποίες το κράτος μόνο αποφασίζει.
Πώς, λοιπόν, η 8η Μαρτίου μπορεί να μεταλλαχθεί από μια γιορτή κερδοσκοπική σε μια παγκόσμια ημέρα μνήμης των αγώνων που για χρόνια έχουν δώσει οι γυναίκες και σκέψης για όσα ακόμη έχουν να διεκδικήσουν; Η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας είναι η αφορμή, έστω αυτή την μία φορά το χρόνο, να αναλογιστούμε τη θέση της γυναίκας μέσα στην κοινωνία και την αλληλεπίδρασή της με τον άνδρα, που επιθυμούμε να μην είναι ο άνδρας εχθρός, αλλά ο άνδρας σύντροφος, συνοδοιπόρος και φίλος.
Για τη σημερινή ημέρα επέλεξα να αναφερθώ σε τρεις γυναίκες που στάθηκαν δυνατές στα δύσκολα, εχθρικά πολλές φορές, περιβάλλοντα που γεννήθηκαν και έζησαν. Δύσκολα για να σταδιοδρομήσουν, ακόμα όμως και για να ζήσουν με αξιοπρέπεια και να επιβιώσουν. Η επιλογή τους δεν αποκλείει άλλες γυναίκες, δεν αποκλείει καμία μας, δεν υποβαθμίζει τον καθημερινό αγώνα καμίας γυναίκας, είτε ζει σε χώρες που -νομικά τουλάχιστον- ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων βρίσκεται σε υψηλότερο επίπεδο συγκριτικά με άλλες χώρες, είτε σε χώρες που ακόμη και η ίδια η ζωή της τίθεται υπό αμφισβήτηση.
Ruth Bader Ginsburg
Στις 19 Σεπτεμβρίου του 2020, φεύγει από τη ζωή μια γυναίκα που σφράγισε με την παρουσία και τη δράση της την πορεία του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ. Η Ruth Bader Ginsburg ή αλλιώς η «Notorious R.B.G», προερχόμενη από εβραΐκή, φτωχή οικογένεια, διέλυσε κάθε στερεότυπο της εποχής της. Στα 13 της, γράφει μία έκθεση για τον χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, αργότερα σπουδάζει στο πανεπιστήμιο Cornell, όπου γνωρίζει τον σύζυγό της κι έπειτα αφού γεννήσει την κόρη τους εισέρχεται στην Νομική Σχολή του Harvard, μία από τις εννέα γυναίκες ανάμεσα σε πεντακόσιους άνδρες συμφοιτητές τους. Ο κοσμήτορας της σχολής σε ένα δείπνο με τις εννέα αυτές γυναίκες τις ρώτησε: «Why are you at Harvard Law School, taking the place of a man?».
Το (αχαρακτήριστο) ερώτημά του δεν λύγισε την Ruth που συνέχισε τις σπουδές της και δεν παράτησε τη νομική, τη μεγάλη της αγάπη. Συνεχίζει την καριέρα της, πολλές φορές κακοπληρωμένη σε σχέση με τους άνδρες συναδέλφους της, και το 1963 γίνεται καθηγήτρια στη Νομική Σχολή του Rutgers. Ο δρόμος συνεχίζει, ωστόσο, να είναι δύσκολος ακόμα και στις ΗΠΑ της δεκαετίας του ’60. Η Ruth, παρ’ όλα αυτά, προχωρά ακάθεκτη και το 1970 εκδίδει το νομικό περιοδικό «Women’s Rights Law Reporter», διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Columbia και στο Πανεπιστήμιο Stanford και είναι συνήγορος σε πλήθος υποθέσεων καταπάτησης ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Το 1993, διορίζεται στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ και η φήμη της εκτοξεύεται. Τότε είναι που ένας φοιτητής νομικής τής δίνει το προσωνύμιο «Notorious R.B.G», εμπνευσμένο από τον ράπερ Notorious Big. Όταν η Ruth ερωτήθηκε για το αν ο χαρακτηρισμός την ενοχλεί,είπε: «Γιατί να με ενοχλεί, εξάλλου έχουμε τόσα κοινά». Οι υποθέσεις που χειρίστηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο άφησαν ιστορία στην υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ανάμεσά τους η περίφημη US v. Virginia, 518 US 515 του 1996, με την οποία έσπασε μια μακραίωνη παράδοση αποδοχής μόνο ανδρών σπουδαστών στην στρατιωτική σχολή της Virginia αλλά και η Obergefell v. Hodges του 2015, με την οποία επιτράπηκε ο γάμος ομοφύλων σε όλες τις πολιτείες των ΗΠΑ.
Η Ruth έγινε μέσα από τη δράση της σύμβολο των αγώνων για τα ανθρώπινα δικαιώματα και συνεισέφερε στην ουσιαστική κατοχύρωσή τους μέσα από τις αποφάσεις που έφτασαν στο Ανώτατο Δικαστήριο. Η ίδια δήλωνε πως προσπαθούσε να διδάξει πως είναι λάθος να κρίνεις τους ανθρώπους με βάση την εμφάνιση, το χρώμα και το αν είναι άνδρες ή γυναίκες και δεν το έβαλε κάτω μέχρι και λίγους μήνες πριν που έφυγε από τη ζωή, αφήνοντας όμως πίσω της μια παρακαταθήκη λαμπερή που δίνει κουράγιο σε όλους μας.
Malala Yousafzai
Στις 12 Ιουλίου του 1997 στη Μινγκόρα του Πακιστάν, γεννιέται ένα κορίτσι που λίγα χρόνια αργότερα έμελλε να γίνει διάσημο σε όλο τον κόσμο και το 2014 μάλιστα, να λάβει το Νόμπελ Ειρήνης. Η Malala Yousafzai μόλις στα έντεκα χρόνια της στερήθηκε μαζί με άλλα κορίτσια της Μινγκόρα ένα δικαίωμα που, στις ευρωπαϊκές τουλάχιστον χώρες, μοιάζει αυτονότητο, το δικαίωμα στην εκπαίδευση. Με την περιοχή να έχει καταληφθεί από τους Ταλιμπάν, η εκπαίδευση για τις γυναίκες, όπως ακόμη και το να ακούν μουσική, ήταν απαγορευμένα, γεγονός που δεν άφησε την Malala αδιάφορη, μα την πείσμωσε, ώστε ήδη από πολύ μικρή ηλικία να εναντιωθεί σ’ αυτό το καθεστώς. Με το όνομα Gul Makai εμφανίστηκε στο BBC Urdu, κρατώντας ένα διαδικτυακό ημερολόγιο και περιγράφοντας όλες τις δύσκολες στιγμές που βίωνε. Το ημερολόγιο είχε τον τίτλο «Φοβάμαι».
Παρά τον φόβο και με την στήριξη της οικογένειάς της, ο αγώνας της Malala για τα δικαιώματα των κοριτσιών συνεχίστηκε, μέχρι που μια μέρα, στις 9 Οκτωβρίου του 2012 χτυπήθηκε από τους Ταλιμπάν. Η σφαίρα που τη βρήκε στο κεφάλι θα μπορούσε να αποβεί θανατηφόρα, το γενναίο αυτό κορίτσι όμως τα κατάφερε μετά από μέρες που βρισκόταν σε κώμα και μετά από πολλές εγχειρίσεις στο πρόσωπό της. Η επίθεση των Ταλιμπάν δεν την έκανε να σιωπήσει. Η Malala συνέχισε να μιλά, συνέχισε με πάθος τον ακτιβισμό και τη στήριξή της στα κορίτσια εκείνα που στερούνται ένα θεμελιώδες δικαίωμα, το δικαίωμα στην εκπαίδευση.
Στην ομιλία της κατά την παραλαβή του Βραβείου Νόμπελ είπε: «Ανακάλυψα ότι οι άνθρωποι με περιγράφουν με διάφορους τρόπους: Μερικοί με αποκαλούν “το κορίτσι που χτυπήθηκε από τους Ταλιμπάν”. Και κάποιοι “το κορίτσι που πάλεψε για τα δικαιώματά της”. Κάποιοι άνθρωποι τώρα με αποκαλούν “Η βραβευμένη με Νόμπελ”. Για τα αδέρφια μου, ωστόσο, είμαι ακόμα η ενοχλητική, αυταρχική αδερφή. Απ’ όσο ξέρω, ένας άνθρωπος αφοσιωμένος και πεισματάρης που θέλει να δει κάθε παιδί να λαμβάνει ποιοτική εκπαίδευση, που θέλει να δει τις γυναίκες να έχουν ίσα δικαιώματα και που ποθεί την ειρήνη σε κάθε γωνιά του κόσμου».
Η Malala σήμερα δεν έχει σταματήσει να αγωνίζεται. Με την περιοδεία Girl Power Trip επισκέπτεται κορίτσια σε όλο τον κόσμο, μοιράζοντας απλόχερα το δικό της θάρρος.
Rosa Parks
Η 1η του Δεκέμβρη του 1955, στο Montgomery της Alabama, έμοιαζε να είναι όπως όλες οι προηγούμενες ημέρες και μάλλον, φαινόταν πως δεν θα συνέβαινε τίποτα το ξεχωριστό σε σχέση και με τις ημέρες που θα ακολουθούσαν. Ο νόμος που επέβαλε τους διαχωρισμούς ανάμεσα σε λευκούς και έγχρωμους πολίτες (segragation law) ίσχυε χωρίς να γίνει κάποια σημαντική παρέμβαση από τους θιγόμενους έγχρωμους Αφροαμερικανούς που μπορούσαν να χρησιμοποιούν μόνο τους χώρους και τις υποδομές που οι λευκοί τους επέτρεπαν.
Εκείνη, λοιπόν, την 1η του Δεκέμβρη, μια 42χρονη γυναίκα που άκουγε στο όνομα Rosa Parks επέστρεφε στο σπίτι της μετά από μια κουραστική ημέρα στη δουλειά. Ο νόμος του διαχωρισμού επέτασσε στο μπροστινό μέρος του λεωφορείου να κάθονται οι λευκοί, ενώ οι πίσω θέσεις προορίζονταν για τους έγχρωμους πολίτες. Καθώς οι θέσεις των λευκών ήταν όλες πιασμένες και ένας λευκός πολίτης παρέμενε όρθιος, ο οδηγός του λεωφορείου ζήτησε από τους επιβάτες της μπροστινής «έγχρωμης σειράς» να σηκωθούν και να παραχωρήσουν τις θέσεις τους, ώστε να δημιουργηθεί ακόμη μια σειρά θέσεων για λευκούς επιβάτες. H Rosa αντέδρασε και αρνήθηκε να παραχωρήσει τη θέση της. Αργότερα είπε για αυτή της την κίνηση: «Οι άνθρωποι συνήθιζαν να λένε πως δεν έδωσα τη θέση μου, γιατί ήμουν κουρασμένη. Αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Δεν ήμουν σωματικά κουρασμένη. Είχα κουραστεί μόνο να υποχωρώ συνεχώς».
Η Rosa για αυτήν της την άρνηση συνελήφθη. Στο ένα τηλεφώνημα που της επιτράπηκε να κάνει, εκείνη κάλεσε τον σύζυγό της. Το συμβάν του λεωφορείου όμως ήδη είχε μαθευτεί στην πόλη. Η Rosa στη δίκη που ακολούθησε την 5η Δεκεμβρίου, καταδικάστηκε για παραβίαση του νόμου περί διαχωρισμού, επιπλέον έχασε τη δουλειά της, ωστόσο με την κίνησή της ξεσήκωσε ένα μεγάλο κύμα αντίδρασης που κατέληξε σε μποϊκοτάζ των λεωφορείων από τους έγχρωμους πολίτες του Montogomery. Το μποϊκοτάζ προοριζόταν να κρατήσει ένα μήνα κι όμως κράτησε έναν ολόκληρο χρόνο. Στις 13 Δεκεμβρίου του 1956, το Ανώτατο Δικαστήριο τον ΗΠΑ χαρακτήρισε τον νόμο περί διαχωρισμού ως αντισυνταγματικό. Η Rosa παρά τη δύσκολη πορεία που ακολουθούσε πλέον η ζωή της, άνεργη και με καθημερινές απειλές εναντίον της, αποκαλούνταν πλέον η «μητέρα του κινήματος για τα πολιτικά δικαιώματα». Η ζωή της άλλαξε μαζί όμως άλλαξε και η μοίρα εκατομμυρίων ανθρώπων που μπορούσαν πια να ελπίζουν σε ένα μέλλον πιο δίκαιο.
Η δράση της Rosa Parks δεν σταμάτησε εκεί. Εκείνη η μία στιγμή που αρνήθηκε να υποχωρήσει οδήγησε σε μια ζωή υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Έφυγε στις 24 Οκτωβρίου του 2005.
Choose to challenge
Η φετινή Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας σηματοδοτείται από το μήνυμα Choose to Challenge. H πρόκληση ως μέρος της ζωής μας, της καθημερινότητας και των αγώνων για την διεκδίκηση μιας αξιοπρεπούς ζωής που δε θα εξαρτάται από το φύλο μας. H πρόκληση ως κομμάτι των πράξεών μας, όπως υπήρξε κομμάτι των πράξεων και αυτών των τριών γυναικών που θυμηθήκαμε σήμερα. Αυτών που έγιναν τα φώτα σε έναν σκοτεινό και επικίνδυνο δρόμο. Λοιπόν, ας προκαλέσουμε!
Δείτε επίσης:
Κείμενο: Ανθή Γιάγκα (Lavart)