[dropcap size=big]Α[/dropcap]ς πούμε ότι δεν είσαι και το πιο απαισιόδοξο άτομο επί γης. Μπορεί, βρε αδερφέ, να υπάρχει και κανένας περισσότερο πεσιμιστής σε τελευταία ανάλυση! Τι στο καλό; Δεν έχεις τα πρωτεία ΚΑΙ σε αυτό! Τελευταία λοιπόν είπες να δοκιμάσεις την τύχη σου σε αυτό που γνωστοί και άγνωστοι σού περιέγραφαν ως μεγάλη βάσανο. Την εύρεση δουλειάς. Άλλωστε, όταν –και ληξιαρχικά πλέον- δεν ορίζεσαι ως κορίτσι ή κοπέλα αλλά ως μεγαλοκοπέλα (περιορίζομαι για αρχή στη γυναικεία πρόσληψη των πραγμάτων), όταν αρχίζει δηλαδή να μπαίνει ο προσδιορισμός ‘μεγάλη’ μπροστά σε ό,τι σε χαρακτηρίζει, τότε σημαίνει ότι έχεις πρόβλημα! Μεγαλώνει η ενοχλητική λίστα με τις ευθύνες, μικραίνει η άλλη με τα ελαφρυντικά. Μεγέθη αντιστρόφως ανάλογα λοιπόν.
—————————————-
Η οδύσσεια της εύρεσης εργασίας σε τρία στάδια (τρίαθλον) …
Στάδιο 1ο: Ο εντοπισμός της αγγελίας. Κάπου εδώ αρχίζει μια διαδικασία έρευνας, που θα ζήλευε κι ο καλύτερος ντέντεκτιβ (με τον τόνο στην προπαραλήγουσα παρακαλώ) της μικρής μας χώρας. Δύο είναι οι οδοί που μπορείς να ακολουθήσεις επίδοξε εργαζόμενε! Είτε διαδικτυακές αγγελίες είτε περπάτημα στους δρόμους της πόλης. Και στις δύο περιπτώσεις η κατάσταση είναι συνήθως τραγελαφική. Με την κυριολεκτική σημασία της λέξης. Γιατί εκεί που γελάς με αυτά που διαβάζεις, αρχίζεις να κλαις μόλις συνειδητοποιείς ότι ο προσφέρων την εργασία τα λέει ΣΟΒΑΡΑ! Έχεις λοιπόν να αντιμετωπίσεις: Α) Τον ηλικιακό περιορισμό: ‘‘νέες έως 24 ετών’’. Ντίαρ γκοντ! Μετά τα 24 δεν υπάρχει ζωή τελικά! Θεωρείσαι μάλλον μεσήλικας, ανάπηρος πολέμου, κουρασμένο παλικάρι. Ή απλά άτομο που δεν επιδοτεί την επιχείρηση με κρατικούς πόρους, και συνεπώς ‘μη αξιοποιήσιμο’ από αυτήν. Β) Τα παράλογα προαπαιτούμενα: ‘‘νέα έως 20 ετών με 5ετή εμπειρία στον τομέα που θέλει η εταιρεία’’. Τουτέστιν: νεαρή μου, από τα 15 σου έπρεπε να πετάξεις τα βιβλία και να μάθεις να πουλάς με χαμόγελο και νάζι τσάντες, παντόφλες και μπιχλιμπίδια –αξεσουάρ τα λένε, θαρρώ-. Γιατί, λοιπόν, άτιμη μάνα, πίεζες την κόρη σου να μάθει να απαγγέλει εκείνο το περιβόητο ‘αυτάδελφον Ισμήνης κάρα’; Πού βλέπεις να τη βοήθησε ο Σοφοκλής και η δεσποινίς Αντιγόνη του; Να σημειωθεί εδώ ότι αυτή είναι η εύλογη απορία της γράφουσας φιλολόγου, που εξακολουθεί να απορεί για τη χρησιμότητα των σπουδών της, καθώς γράφει αυτές τις σκέψεις! Γ) Τις ατυχείς συγκυρίες: ‘‘δίμετρη κοπέλα για προώθηση προϊόντων’’. Εντάξει! Υπολειπόμαστε κατά 5 πόντους! Ας μην το κάνουμε και θέμα! Δώσε εσύ τη δουλειά και θα σου πουλήσω όλο το εμπόρευμα!
[dropcap size=big]Σ[/dropcap]τάδιο 2ο: Η κλήση. Είναι αυτή η εξαιρετικά διασκεδαστική διαδικασία, κατά την οποία σε παίρνουν τηλέφωνο αχάραγα -υπολόγισέ την, δεδομένου ότι ο ήλιος ανατέλλει τώρα στις 7!- και σου ζητούν να παρουσιαστείς για ‘μια πρώτη γνωριμία’ μέσα σε μία ώρα. Σε αυτό το σημείο πετιέσαι από το κρεβάτι -έχοντας με δυσκολία αποφύγει ένα μικρό εγκεφαλικό- και παλεύεις να ετοιμαστείς σε ελάχιστα λεπτά. Αν είσαι άρρην, εύκολα πράγματα. Αν είσαι θήλυ, μόλις έθεσες σοβαρή υποψηφιότητα για αγώνα δρόμου με υψηλό ρεκόρ χρόνου. Το καλό της υπόθεσης είναι ότι μετά από καμιά δεκαριά συνεντεύξεις έχεις πλέον έτοιμη αυτή που ονομάζεται ‘στολή συνέντευξης’ (ή φόρμα wannabe εργαζόμενου). Το ρούχο που είναι σε ετοιμότητα ανά πάσα ώρα και στιγμή, είτε πας για συνέντευξη σε πολυκατάστημα είτε στον μπακάλη της γειτονιάς. Παντός καιρού. Μόλις είσαι έτοιμος για αναχώρηση, και αφού δώσεις το απαραίτητο κουράγιο στον εαυτό σου κλείνοντας το μάτι στο είδωλο του καθρέφτη σου, αρχίζει η διαδικασία της μετάβασης στο κατάστημα-εταιρεία. Είναι τώρα που εύχεσαι να μην έχει κίνηση, να μην έχει πορεία, να μην είναι εν γένει ανάδρομος ο Ερμής τελοσπάντων. Με το κινητό στο χέρι και ανοιχτούς τους χάρτες της πόλης ψάχνεις να βρεις το στενοσόκακο, στο οποίο βρίσκεται ο χώρος της συνέντευξης. Αν μη τι άλλο ασκείς την υπομονή σου, τα αντανακλαστικά και την αίσθηση προσανατολισμού σου στον χώρο. Κοινώς… είσαι έτοιμος να σε ρίξουν στην έρημο και να γυρίσεις πίσω κρατώντας μπουκαλάκι νερού!
Στης ‘πρώτης γνωριμίας’ που σου έταξαν, έφτασε. Το κακό βέβαια είναι ότι, όπως και στην κοινωνική σου ζωή,
κανείς δε σου υπόσχεται και δεύτερο καφέ μετά το πρώτο ραντεβού! Μπαίνεις όμως, γιατί… ‘‘Πού ξέρεις;
Μπορεί να είναι και ο άντρας της ζωής μου!’’. Αναλογικά λοιπόν… να είναι η δουλειά της ζωής σου. Στην αναμονή για τη συνέντευξη έχεις το –υπερφυσική- αίσθηση πως μπορείς να ακούς βροντερά – βροντερά τις σκέψεις των άλλων υποψηφίων: ‘‘Ποιος έκλεισε τη στρόφιγγα του οξυγόνου, ρε παιδιά; Γιατί δεν ανασαίνω καλά;’’, ‘‘α ρε, κατάντια. Τζάμπα το μεταπτυχιακό μου στο Λονδίνο!’’, ‘‘εντάξει, δε θα αργήσω πολύ. Έχω και καφέ μετά.’’, ‘‘το’χω, το’χω! Θα με πάρουν, γιατί είμαι ο καλύτερος!’’, ‘‘Αχ, μη με πιάσει άγχος! Πωπω… Αγχώθηκα, για να μη με πιάσει άγχος!’’. Κι άλλα παρόμοια… Το παρήγορο βέβαια είναι ότι εκεί, στις ουρές αναμονής, κάνεις τις πιο ενδιαφέρουσες γνωριμίες. Συζητήσεις, χαμόγελα, και το ευχετικό ‘‘Άντε, ελπίζω να μην ξανασυναντηθούμε σε κάποια άλλη σειρά συνέντευξης!’’, όπερ ‘‘εύχομαι, ταλαίπωρε και δύσμοιρε σύντροφε, να πάρουν κι εσένα –μαζί με μένα φυσικά- στη δουλειά’’.
[dropcap size=big]Η[/dropcap] συνέντευξη αυτή καθαυτή θα μπορούσε να αποτελέσει ένα ολόκληρο κεφάλαιο ανάλυσης –ειρωνικής!-, σχολιασμού –κυνικού!- και κριτικής –σκωπτικής!-. Το κεφάλαιο αυτό, ωστόσο, δε θα γραφτεί εδώ. Τουλάχιστον όχι τώρα. Ας αφήσουμε κάτι, για να’χουμε να λέμε στις δύσκολες ώρες. Άλλωστε, τα περισσότερα από όσα ειπώθηκαν στην κλειστή αίθουσα κάθε συνέντευξης, τα ξεχνάς αυτοστιγμεί, μόλις διαβείς την εξώθυρα. Θα περιοριστώ λοιπόν σε μια παρότρυνση, υποψήφιε εργαζόμενε: Δοκίμασέ το! Θα περάσει και τούτο το κακό!
Kείμενο: Κατερίνα Καμπά (Lavart)
Σχέδια: Γιάννης Γκέρτσιος (Lavart)