Η πολιτική ορθότητα στενεύει τις γλωσσικές αποχρώσεις και το έργο του Τζορτζ Όργουελ στάθηκε με προνοητικότητα απέναντι σ΄ αυτό το φαινόμενο. Άραγε, ο φόβος του Όργουελ πως δε θα υπάρχουν στο τέλος λέξεις για να εκφραστούμε – σκεφτούμε θα βγουν αληθινές;
Η πολιτική ορθότητα συνοδεύεται από μια νέα ομιλία, η οποία αφαιρεί μια ποικιλία λέξεων ακόμη και γραμματικών φαινομένων. Όταν χρησιμοποιείς συγκεκριμένες λέξεις παροιμίες και συγκεκριμένες φράσεις κινδυνεύεις να χαρακτηριστείς με εκατοντάδες επίθετα, τα οποία μπορεί να φανούν ικανά να σου δημιουργήσουν πρόβλημα στην ζωή σου, κυρίως στην ύπαρξή σου στα διαδικτυακά χωριά.
Στο προφητικό έργο του Όργουελ, “1984”, ξεδιπλώνεται ένα φωτεινό απόσπασμα που ρίχνει φως στις βαθιές επιπτώσεις της γλώσσας στη σύγχρονη εποχή στην οποία βρισκόμαστε σήμερα. Η στοιχειωτική απεικόνιση της γλωσσικής στενότητας και της ύπουλης σύνδεσής της με τον περιορισμό της σκέψης ρίχνει μια σκιά που θυμίζει μια εφιαλτική δυστοπία – την οποία, με ανησυχητικό τρόπο, έχουμε δει να υλοποιείται.
Η σπανιότητα της γλώσσας, συνυφασμένη στενά με τη στένωση των γνωστικών τοπίων, αποκτά μια προφητική ποιότητα. Το μωσαϊκό των λέξεων, που κάποτε ήταν πλούσιο και ποικίλο, τώρα φαίνεται να ξεφτίζει, αντικατοπτρίζοντας μια ανησυχητική πραγματικότητα που εκτείνεται πέρα από τη μυθιστορηματική αφήγηση του Όργουελ.
Αυτή η «Νέα ομιλία» που περιγράφει ο Όργουελ στο έργο του 1984 μας έκανε να εντοπίσουμε πολλά κοινά και να προβληματιστούμε. Βέβαια, ο κάθε αναγνώστης θωρεί με διαφορετικά μάτια, όποτε το τελικό συμπέρασμα θα το βγάλεις εσύ. Εμείς ακόμη σκεφτόμαστε εμμονικά την ακόλουθη φράση από το βιβλίο: «Δεν βλέπεις ότι ο όλος σκοπός της Νέας Ομιλίας είναι να στενέψει τα όρια της σκέψης;»
Απόσπασμα απο το «1984» του Τζορτζ Όργουελ
«Πώς πάει το Λεξικό;» είπε ο Γουίνστον, υψώνοντας τη φωνή του για ν΄ ακουστεί.
«Αργεί», είπε ο Σάιμ. «Βρίσκομαι στα επίθετα. Είναι συναρπαστικό».
Έλαμψε αμέσως μόλις έγινε λόγος για τη Νέα Ομιλία. Έσπρωξε από μπροστά του τη γαβάθα, πήρε το ψωμί στο ένα ντελικάτο χέρι και το τυρί στο άλλο, κι έσκυψε πάνω στο τραπέζι για να μπορεί να μιλάει χωρίς να φωνάζει.
«Η Ενδεκάτη Έκδοση είναι η οριστική» είπε. Δίνουμε στη γλώσσα την τελική της μορφή, τη μορφή που θα έχει όταν κανείς δε θα μιλάει άλλη γλώσσα. Όταν τελειώσουμε, άνθρωποι σαν κι σένα θα πρέπει να την μάθουν απ΄αρχής. Πιστεύεις, θα έλεγα, ότι η κύρια δουλειά μας είναι να εφεύρουμε νέες λέξεις. Αλλά δε συμβαίνει καθόλου κάτι τέτοιο. Καταστρέφουμε λέξεις – δεκάδες, εκατοντάδες λέξεις κάθε μέρα. Πετσοκόβουμε τη γλώσσα ως το κόκκαλο. Η Ενδεκάτη Έκδοση δεν θα περιέχει ούτε μια λέξη που να μπορεί να θεωρηθεί απαρχαιωμένη πριν από το 2050».
Δάγκωσε πεινασμένα το ψωμί του, κατάπιε δύο μπουκιές και συνέχισε να μιλάει σχολαστικότατα. Το αδύνατο σκούρο πρόσωπό του είχε ζωντανέψει, τα μάτια του είχαν χάσει την ειρωνική τους έκφραση και είχαν γίνει ονειροπόλα.
«Ωραίο πράγμα η καταστροφή των λέξεων. Βεβαίως, το μεγάλο κόψιμο γίνεται στα ρήματα και τα επίθετα, αλλά υπάρχουν επίσης και εκατοντάδες ουσιαστικά που μπορούμε να ξεφορτωθούμε. Δεν είναι μόνο τα συνώνυμα∙ υπάρχουν επίσης και τα αντίθετα. Στο κάτω κάτω , ποιος ο λόγος ύπαρξης μια λέξης που απλώς είναι αντίθετη μιας άλλης; Μια λέξη εμπεριέχει από μόνη της το αντίθετό της. Πάρε, ας πούμε, τη λέξη “καλός”. Τι χρειάζεται η λέξη “κακός”; “Μηκαλός” είναι το ίδιο και καλύτερο γιατί είναι ακριβώς το αντίθετο του “καλός”, ενώ η άλλη λέξη δεν είναι.
Αν πάλι θέλεις μια λέξη πιο δυνατή από το “καλός”, τι νόημα έχει να υπάρχει ολόκληρη σειρά από αόριστες και άχρηστες λέξεις όπως “θαυμάσιος”, “υπέροχος” και όλα τα υπόλοιπα; Η λέξη “δίσκαλος” καλύπτει πλήρως την έννοια ή “τρίσκαλος” αν θέλεις κάτι ακόμα πιο έντονο.
Φυσικά, αυτούς τους τύπους τους χρησιμοποιούμε ήδη, αλλά στην τελική έκδοση της Νέας Ομιλίας δεν θα υπάρχει τίποτα άλλο. Στο τέλος όλη η θεωρία του καλού και του κακού θα καλύπτεται από έξι λέξεις μόνο, στην πραγματικότητα από μία και μόνη. Δε βλέπεις τι ομορφιά υπάρχει σ΄ αυτά, Γουίνστον; Φυσικά», πρόσθεσε αμέσως μετά, «η αρχική ιδέα ήταν του Μεγάλου Αδελφού».
Στο όνομα του Μεγάλου Αδελφού ένα είδος βλακώδους ενδιαφέροντος φάνηκε στο πρόσωπο του Γουίνστον. Ωστόσο ο Σάιμ παρατήρησε αμέσως κάποια έλλειψη ενθουσιασμού.
«Δεν εκτιμάς αληθινά τη Νέα Ομιλία», είπε σχεδόν θλιμμένα.
«Ακόμα και όταν την γράφεις, εξακολουθείς να σκέφτεσαι στην Παλαιά Ομιλία. Διάβασα μερικά από τα άρθρα τα οποία γράφεις πού και πού στους Τάιμς. Είναι αρκετά καλά, αλλά είναι μεταφράσεις. Κατά βάθος, θα προτιμούσες να παραμείνεις πιστός στην Παλαιά Ομιλία, μ’ όλη την αοριστολογία της και τις άχρηστες αποχρώσεις των εννοιών. Δεν συλλαμβάνεις την ομορφιά της καταστροφής των λέξεων. Το ξέρεις ότι η Νέα Ομιλία είναι η μόνη γλώσσα στον κόσμο που το λεξιλόγιό της λιγοστεύει κάθε χρόνο;»
Ο Γουίνστον το ήξερε, φυσικά. Χαμογέλασε συγκαταβατικά, έτσι τουλάχιστον έλπιζε, μιας και δεν είχε εμπιστοσύνη στον εαυτό του για να μιλήσει. Ο Σάιμ δάγκωσε άλλη μια μπουκιά από το μαυριδερό ψωμί, μάσησε γρήγορα και εξακολούθησε:
«Δεν βλέπεις ότι ο όλος σκοπός της Νέας Ομιλίας είναι να στενέψει τα όρια της σκέψης; Στο τέλος θα κάνουμε κυριολεκτικά αδύνατο το έγκλημα της σκέψης, γιατί δεν θα υπάρχουν λέξεις για να τις εκφράσει κανείς. Κάθε γενική έννοια που μπορεί ποτέ να χρειαστεί θα καλύπτεται από μια μόνο λέξη, το νόημα της οποίας θα είναι αυστηρά καθορισμένο και όλες οι παραπλήσιές της έννοιες θα έχουν εκλείψει και ξεχαστεί. Ήδη, στην Ενδέκατη Έκδοση, δεν απέχουμε πολύ απ΄ αυτό το σημείο. Αλλά η διαδικασία θα συνεχίζεται και πολύ αργότερα, όταν εσύ κι εγώ θα ‘χουμε πεθάνει. Κάθε χρόνο θα έχουμε ολοένα και λιγότερες λέξεις, και οι ορίζοντες της συνείδησης ολοένα και θα στενεύουν.
Διαβάστε περισσότερα αποσπάσματα:
Ζοζέ Σαραμάγκου: Αποσπάσματα από τα 5 επιδραστικότερα έργα του
Η σοφία της Τζέιν Ώστιν: 10 αποσπάσματα από τη διάσημη μυθιστοριογράφο
Τί είναι ο έρωτας για την Κική Δημουλά; Τα ομορφότερα αποσπάσματά της
Τα αποσπάσματα του Νίκου Καζαντζάκη από τον Γκρέκο στέκουν ακόμη αγέρωχα
Χρήστος Γιανναράς: Το αληθινὸ πάθος είναι η μεγάλη και απεριόριστη δίψα της ψυχής