Ο Τάκης Θεοδωρόπουλος αναλύει το φαινόμενο «Ελλάδα»
Ο Τάκης Θεοδωρόπουλος, γεννημένος στην Αθήνα το 1954, είναι Έλληνας συγγραφέας, μυθιστοριογράφος και δημοσιογράφος. Πραγματοποίησε τις ακαδημαϊκές του σπουδές στη συγκριτική λογοτεχνία, τις θεατρικές σπουδές και την ανθρωπολογία του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού στο Παρίσι από το 1972 έως το 1981. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, επιχείρησε αρχικά να ασχοληθεί με τη δημοσιογραφία και διετέλεσε ο πρώτος διευθυντής σύνταξης του πολιτιστικού περιοδικού Το Βέττρο, που ίδρυσε ο Μάνος Χατζιδάκις, επιβλέποντας τα τέσσερα πρώτα τεύχη του. Από το 1996 και μετά, συνεργάστηκε ενεργά με εφημερίδες, ξεκινώντας από τα Νέα και μεταβαίνοντας αργότερα στην Καθημερινή.
Το σώμα του λογοτεχνικού του έργου περιλαμβάνει τίτλους όπως: Αδιανόητο τοπίο, Η Πτώση του Νάρκισσου, Η τρέλλα του μεσημεριού, καθώς επίσης και η φιλοσοφική του παρωδία Οι Εφτάψυχες των Αθηνών. Το 2015 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Μεταίχμιο» το έργο του Βερονάλ, ένα αφήγημα, μείγμα μυθοπλασίας και ιστορίας, σχετικά με τον θάνατο του Ιωάννη Συκουτρή.
Ο Τάκης Θεοδωρόπουλος έλαβε αναγνώριση για τη λογοτεχνική του προσφορά. Το 1999 τιμήθηκε από το Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για το μυθιστόρημά του “Η δύναμη του σκοτεινού θεού”. Επιπλέον, το 2004, έλαβε το μετάλλιο για την ακτινοβολία της γαλλικής γλώσσας και λογοτεχνίας από τη Γαλλική Ακαδημία. Με διαφορετική ιδιότητα, ανέλαβε τον Μάρτιο του 2010 τον ρόλο του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου, διορισμένος από τον Υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού, Παύλο Γερουλάνο. Ωστόσο, παραιτήθηκε από τη θέση αυτή τον Οκτώβριο του 2011, επικαλούμενος προσωπικούς και επαγγελματικούς λόγους.
Τάκης Θεοδωρόπουλος: 10 απόφθέγματα του Έλληνα συγγραφέα
1.«Σε όλες τις κοινωνίες υπάρχουν και ομάδες οι οποίες έχουν αναδείξει την παραβατικότητα σε ιδεολογία. Απλώς οι δημοκρατίες έχουν βρει τρόπους να τις απομονώσουν από το κοινωνικό σώμα. Σε εμάς είναι δημοκρατικά μοιρασμένο αγαθό.»
(Καθημερινή)
2.«Η μνήμη είναι εμπειρία. Κι όταν καθαρίζεις τη μνήμη από τους ρύπους της ανθρώπινης ζωής, της στερείς τους χυμούς της εμπειρίας.»
Στη χώρα του περίπου
(Μεταίχμιο)
3.«Η πίκρα για το παρόν φέρνει νοσταλγία για το παρελθόν και θέλω να νομίζω ότι δεν πάσχω από νοσταλγία. Και βέβαια υπάρχει χώρος για γενναιότητα γιατί την έχουμε ανάγκη. Απλώς ταυτίσαμε την γενναιότητα με ένα είδος «συλλογικού ηρωισμού» και βέβαια την χάσαμε γιατί μεταθέταμε τις ευθύνες της στην ομάδα που σου επέτρεπε να κρύβεσαι. Πιστεύω ότι η γενναιότητα που έχουμε ανάγκη σήμερα δεν μπορεί παρά να στηρίζεται στην ανάληψη της προσωπικής ευθύνης.»
(Καθημερινή)
4.«Χρειάζονται ρατσιστές για να αποδείξουν τον αντιρατσισμό τους. Χρειάζονται φασίστες για να αποδείξουν τον αντιφασισμό τους. Κι αν δεν βρίσκουν πρόχειρους τους επινοούν.»
(Καθημερινή)
5.«Είμαστε φοβικός λαός γιατί πιστεύουμε πως όλοι μας κυνηγάνε και μας εχθρεύονται»
(Andro.gr)
6.«Η ουσιαστική διαφορά ανάμεσα σε εμάς και στους επιγόνους μας είναι ο «πνευματικός ορίζοντας».
(Καθημερινή)
7.«Ολοι συμφωνούν ότι «όλα είναι θέμα παιδείας». Δυσκολεύονται όμως να συνεννοηθούν όταν προσπαθούν να εξηγήσουν τι εννοούν με «παιδεία». Τι πιστοποιεί την ύπαρξη παιδείας; Το πανεπιστημιακό δίπλωμα; Η σωστή σύνταξη της ελληνικής; Ή μήπως παιδεία είναι το εργαλείο που σε εξοπλίζει για να μπορείς να εκτιμήσεις το ανθρώπινο σύμπαν στις πραγματικές του διαστάσεις;»
(Καθημερινή)
8.«Τα ελληνικά δεν κινδυνεύουν ούτε από τα greeklish ούτε από την κατακτητική επέλαση της αγγλικής. Τα ελληνικά κινδυνεύουν από εμάς, που μιλάμε και γράφουμε ελληνικά.»
(Καθημερινή)
9.«Στον Κούντερα χρωστάμε, εκτός από τα μυθιστορήματά του και τα δοκίμιά του, την ανάδειξη της πολιτισμικής διάστασης μιας Ευρώπης την οποία οι ενοχές της κινδυνεύουν να την αφυδατώσουν.»
(Καθημερινή)
10«Η γενίκευση αδικεί πολλούς από εμάς, όμως δεν μπορώ να αγνοήσω ότι η «Μεγάλη Κλάψα» έδινε τον τόνο στο συλλογικό μας «εμείς». Hταν το άλλοθι για να μην αναζητήσουμε τρόπους να αλλάξουμε την Ελλάδα. Επειδή ήμασταν πονεμένοι και αδικημένοι δικαιούμασταν να μην πληρώνουμε φόρους, να χτίζουμε αυθαίρετα και να γλεντάμε στη Μύκονο. Η «Μεγάλη Κλάψα» ήταν η μεγάλη παγίδα που έστησε η δικτατορία των συνταγματαρχών στη δημοκρατία μας.»
(Καθημερινή)