Νίκος Καζαντζάκης ασκητική

Ποιος τολμά να πει την αλήθεια; – Καζαντζάκης: «Μη ζητάς φίλους να ζητάς…»

Νιώθετε τον αλμυρό αέρα της Κρήτης στο πρόσωπό σας, παίρνετε μια μυρωδιά σωκρατικού θαύματος και αισθάνεστε το αχνό βουητό του φωτός που ανάβει στο βάθος. Αυτό είναι το είδος του χώρου στον οποίο ο Νίκος Καζαντζάκης – που συχνά θεωρείται ο ανήσυχος περιπλανώμενος των νεοελληνικών γραμμάτων – αγαπούσε να περιπλανιέται.

Γεννημένος το 1883 στο νησί της Κρήτης, μεγάλωσε μέσα σε ένα μωσαϊκό από μύθους, επαναστάσεις και πνευματική λαχτάρα. Κάθε γραμμή του έργου του δονείται από την ένταση ανάμεσα στο μυαλό και την καρδιά, την ελευθερία και την πίστη, την απελπισία και την ελπίδα.

Ο Καζαντζάκης ήταν το είδος του συγγραφέα που πήρε μια σελίδα από την τολμηρή προκλητικότητα του Νίτσε, πρόσθεσε μια πρέζα από την ηθική πάλη του Ντοστογιέφσκι και ανακάτεψε το όλο παρασκεύασμα με μια σαφώς ελληνική σπιρτάδα που θυμίζει το χορευτικό πνεύμα που αποτυπώνεται στον αγαπημένο του χαρακτήρα Ζορμπά.

Αλλά αν ξεφλουδίσετε τα στρώματα των πιο διάσημων μυθιστορημάτων του θα ανακαλύψετε έναν πιο ήσυχο αλλά άγριο διαλογισμό που ονόμασε «Ασκητική». Εδώ είναι που χαρτογραφεί μια σειρά από υπαρξιακά «χρέη»  ένα ποιητικό σχέδιο για την υπέρβαση των πιο άνετων ψευδαισθήσεών μας και τη χάραξη μιας πορείας προς την απόλυτη εσωτερική ελευθερία.

(Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο παρακάτω)

Ο Καζαντζάκης αγάπησε τη μητέρα του όσο λίγοι: «τα μάτια της κοίταζαν τους ανθρώπους γεμάτα υπομονή και καλοσύνη»

ΤΡΙΤΟ ΧΡΕΟΣ

…Η καρδιά δε βολεύεται. Χέρια χτυπούν απόξω από τη φυλακή της, φωνές ερωτικές αφουγκράζεται στον αγέρα κι η καρδιά, γιομάτη ελπίδα, αποκρίνεται τινάζοντας τις αλυσίδες και σε μιαν αστραπή της φαίνεται πως έγιναν οι αλυσίδες φτερούγες.

Μα γρήγορα η καρδιά πέφτει πάλι αιματωμένη, έχασε πάλι την ελπίδα και την ξαναπιάνει ο Μέγας Φόβος.

Καλή η στιγμή, παράτα πίσω σου το νου και την καρδιά, τράβα μπροστά, κάμε το τρίτο βήμα.

Γλίτωσε από την απλοϊκή άνεση του νου που βάνει τάξη κι ελπίζει να υποτάξει τα φαινόμενα. Γλίτωσε από τον τρόμο της καρδίας που ζητάει κι ελπίζει να βρει την ουσία.

Νίκησε το στερνό, τον πιο μεγάλο πειρασμό, την ελπίδα. Τούτο είναι το τρίτο χρέος…

Χρέος σου, ήσυχα, χωρίς ελπίδα, με γενναιότητα, να βάνεις πλώρη κατά την άβυσσο. Και να λες: Τίποτα δεν υπάρχει!

Τίποτα δεν υπάρχει! Μήτε ζωή, μήτε θάνατος. Κοιτάζω την ύλη και το νου σα δυο ανύπαρχτα ερωτικά φαντάσματα να κυνηγιούνται, να σμίγουν, να γεννούν και ν’ αφανίζουνται, και λέω: «Αυτό θέλω!»

Ξέρω τώρα δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβούμαι τίποτα, λυτρώθηκα από το νου κι από την καρδιά, ανέβηκα πιο πάνω, είμαι λεύτερος. Αυτό θέλω. Δε θέλω τίποτα άλλο. Ζητούσα ελευθερία….

ΕΓΩ

…Χρέος έχεις και μπορείς στο δικό σου τον τομέα να γίνεις ήρωας. Αγάπα τον κίντυνο. Τι είναι το πιο δύσκολο; Αυτό θέλω!

Ποιο δρόμο να πάρεις; Τον πιο κακοτράχαλον ανήφορο. Αυτόν παίρνω κι εγώ ακλούθα μου!

Να μάθεις να υπακούς. Μονάχα όποιος υπακούει σε ανώτερο του ρυθμό είναι λεύτερος.

Να μάθεις να προστάζεις. Μονάχα όποιος μπορεί να προστάζει είναι αντιπρόσωπος μου απάνω στη γης ετούτη.

Ν’ αγαπάς την ευθύνη. Να λες:

Εγώ, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη γης. Αν δε σωθεί, εγώ φταίω.

Ν’ αγαπάς τον καθένα ανάλογα με τη συνεισφορά του στον αγώνα. Μη ζητάς φίλους να ζητάς συντρόφους! …

Διαβάστε περισσότερα λογοτεχνικά αποσπάσματα παρακάτω:

Φωτογραφία εξωφύλλου

Μοιράσου το

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

YelloWizard.gr
YelloWizard.gr
YelloWizard.gr