Κανείς δεν μπορούσε να πλάσει τον έρωτα όπως ο Καρυωτάκης. Η γραφή του ήταν μια πύρινη σφαίρα και η δική σου επιλογή να την αποφύγεις ή να την αγγίξεις, με φόβο να καείς συθέμελα.
Δακρύσαμε και εμείς με μάτια θολωμένα, όπως η μούσα του Καρυωτάκη στο ποίημα του «Της αμαρτίας δουλεύτρα». Σταθήκαμε στο ερωτικό αποκορύφωμα του ποιητή με θαυμασμό για τη θεία κοινωνία του έρωτα, που ξεπρόβαλε μαζί του. Εκστατική στιγμή ενός θνητού που γύρευε για έρωτα και έρωτα δε βρήκε. Η φυγή του οδυνηρή και η πένα του προετοιμασία της φυγής του. Μόνος έστεκε και κανείς δεν του ψιθύρισε τον ανθό της ζωής, μονάχα τις γρατζουνιές που αυτή αφήνει.
Ο έρωτας του Καρυωτάκη είναι μαχαίρι, που σκοπό έχει να χαράξει. Στέκει ως πανίσχυρη θέση απέναντι σε εναν κόσμο που φοβάται να πονέσει. Σκοπό έχει μια λυπητερή αφήγηση του έρωτα που πηγάζει από τα βιώματα του ποιητή και τη γενικότερη αντίληψη του περί έρωτος. Ένας ερωτικός θρήνος που αποπλανεί. Ίσως την πιο σαγηνευτική αποπλάνηση που είδαν τα μάτια μας από την πένα ενός ποιητή, που κρατούσε μαχαίρι. Ναι, αιχμηρό μαχαίρι σε ένα τοπίο με άρρωστα λέλουδα που αναζητούν την προσοχή.
Κώστας Καρυωτάκης: 10 ερωτικά ποιήματα για την οδύνη του έρωτα
Της αμαρτίας δουλεύτρα
Στα στήθια σου τον άφησες να γείρει,
τον σκέπασες με τα χρυσά μαλλιά σου
κι εστράγγισες της γλύκας το ποτήρι.
Μες στου φιλιού τ’ ανείπωτο μεθύσι
5
εκοίταξες, τρελή, την παρθενιά σου:
την είδες σα χρυσόνειρο να σβήσει.
Κι εδάκρυσες. Με μάτια θολωμένα
—απάρθενη σιγόλαμψε η ματιά σου—
τη μαύρη αλήθεια αντίκρισες θλιμμένα.
10
Και σήμερα που —οϊμέ!— την Αμαρτία
δουλεύεις, τη νεκρή την ομορφιά σου
προσφέρνεις σε μια αναίμαχτη θυσία.
Όταν η Πολυδούρη έγραψε 5 ποιήματα για τη φυγή του Καρυωτάκη, του μεγάλου έρωτά της