Ο έρωτας του Μπέρτολτ Μπρεχτ δε φοβάται να υποκλιθεί, να γονατίσει και να βιώσει την αποκαθήλωση.
Ο Μπρεχτ περιγράφει την πτώση του. Εγκατάλειψε τους ηρωισμούς και προτίμησε να περπατήσει γυμνός χωρίς ίχνος ελπίδας.
Σ΄ αυτό το ποίημα η αγάπη δεν είναι σωτήρια μάς σημαδεύει ανεπανόρθωτα, δεν κάνει εκπτώσεις στη ζοφερότητα αλλά κρύβει μια ισχυρή αλήθεια: Πως η αγάπη αφήνει αποτυπώματα και κανείς δεν μπορεί να φύγει από τα δεσμά της χωρίς ένα σημάδι.
Τι θέλει να πει ο Καμύ με τη φράση: «Να αυτοκτονήσω ή να κάνω καφέ;»
Το ξέρω, αγαπημένη:
Μου πέφτουν τώρα τα μαλλιά εξαιτίας της άγριας μου ζωής
και είμαι αναγκασμένος να ξαπλώνω πάνω στις πέτρες.
Με βλέπετε να πίνω το πιό φτηνό ρακί.
Γυμνός μες στον αγέρα περπατάω.
Μα ήταν ένας καιρός, αγαπημένη, που ήμουνα αγνός.
Είχα μια γυναίκα πιο δυνατή από μένα,
έτσι όπως είναι το χορτάρι πιο δυνατό απ’ τον ταύρο:
ορθώνεται ξανά.
Έβλεπε πως ήμουνα κακός,
και μ’ αγαπούσε.
Δε ρώταγε που βγάζει ο δρόμος
που ήτανε δικός της,
κι ίσως έβγαζε προς τα κάτω.
Σαν το κορμί της μου ‘δινε, έλεγε:
Αυτό είν’ όλο.
Και το κορμί της γινότανε κορμί μου.
Τώρα δεν είναι πουθενά εδώ πιά
εξαφανίστηκε όπως χάνεται ένα σύννεφο
αφού έχει βρέξει.
Την άφησα, κι αυτή έπεσε κάτω,
γιατί αυτός ήταν ο δικός της δρόμος.
Μα τις νυχτιές κάποιες φορές
όταν με βλέπετε να πίνω,
βλέπω το πρόσωπό της, χλωμό μες στον αέρα
δυνατό και στραμμένο προς τα μένα
και ‘γω μες στον αέρα υποκλίνομαι.
Μπέρτολτ Μπρέχτ: «Θέλω να πάω μ’ αυτόν που αγαπάω, δεν θέλω να υπολογίσω τι θα γίνει»