Στον λόγο της Μαρίας Ευθυμίου η εκπαίδευση μέχρι τη δεκαετία του 1980 στέκεται ως απόδειξη των αρετών που ενσωματώνονται στο δημόσιο σχολικό σύστημα – ένα χωνευτήρι σκληρής δουλειάς και απαιτητικών προτύπων.
Το ήθος της επιμέλειας, της υπευθυνότητας και του σκοπού ήταν αισθητό, καθώς οι μαθητές αξιολογούνταν με πραγματικούς βαθμούς, οι προσπάθειές τους εξυμνούνταν, η πρόοδος αναγνωριζόταν και η περιστασιακή αποτυχία θεωρούνταν ως ευκαιρία για βελτίωση. Το σχολείο ήταν ένας μικρόκοσμος όπου ενσταλάζονταν οι αξίες της δέσμευσης και της προσπάθειας για αριστεία, μια συμβιωτική σχέση όπου η επιμέλεια απαντούσε σε έπαινο ή σε πρόσκληση για επιμονή.
Ωστόσο, η διορατική ματιά της Ευθυμίου επεκτείνεται πέρα από την απλή νοσταλγία, αντιμετωπίζοντας το παρόν με μια αμείλικτη αξιολόγηση του σύγχρονου εκπαιδευτικού τοπίου.
Viral το video φόρο τιμής προς την Ελληνική Επανάσταση του 1821
Τα αποσπασμάτα που ακολουθούν έχουν ως πηγή συνεντεύξεις που είχε παραθέσει η Μαρία Ευθυμίου στους Μάρκο Καρασαρίνη (ΒΗΜΑ) και Νότη Παπαδόπουλο (Καθημερινή)
«Στην Ελλάδα αλλάζουμε, υποτίθεται, το εκπαιδευτικό σύστημα πολύ συχνά. Κάτι που προφανώς δεν έχει νόημα. Πρόκειται για εθνική κωμωδία, γιατί όλοι γνωρίζουν πως κάθε «εκπαιδευτική μεταρρύθμιση» είναι τραγικά εφήμερη. Και, εξ αυτού, άνευ ουσίας. Και στο εξωτερικό, πάντως, τα εκπαιδευτικά δεδομένα επανεξετάζονται – κατά καιρούς. Σε εμάς, βέβαια, όλα είναι δραματικά εφήμερα. Το μόνο σταθερό είναι η διαρκής πτώση. Αλλά έχουμε, πλέον, συνηθίσει ως κοινωνία να ωθούμαστε προς όλο και μεγαλύτερο χάος και καταστροφή. Και είμαστε, μάλιστα, ήρεμοι μπροστά στο κακό αυτό. Σαν έτοιμοι από καιρό…».
«Η εκπαίδευση, όπως όλα στη ζωή, είναι θέμα έρωτα. Δεν είναι θέμα κανενός νόμου και καμιάς μεταρρύθμισης. Αν δεν είναι ο δάσκαλος ερωτευμένος με αυτό που κάνει, το αποτέλεσμα είναι, σε κάθε περίπτωση, μηδενικό έως αρνητικό. Με τη λέξη “έρωτας” εννοώ αυτό που κάνεις να σε αφορά. Με πάθος. Με πόνο. Να κοιτάς τον μαθητή στα μάτια και να σε αφορά αν θα μάθει αυτό που του διδάσκεις. Ο δάσκαλος, εξάλλου, δεν μεταφέρει μόνον εγκύκλια γνώση στον διδασκόμενο. Μεταφέρει έναν ολόκληρο κόσμο, μια και η εκπαίδευση είναι άφατη μεταφορά χυμών, μεταφορά ήθους, μεταφορά στάσης ζωής. Δεν είναι διανοητική κατασκευή. Συζητούμε, κάθε τρεις και λίγο, για το πυροτέχνημα των εκάστοτε δήθεν “αλλαγών” και “μεταρρυθμίσεων” μόνο και μόνο για να μην επιστρέψουμε στην αρχή των πραγμάτων. Και η αρχή των πραγμάτων είναι να αγαπάς – τον άλλο, την κοινωνία, τη δουλειά σου, τη ζωή. Να νοιάζεσαι. Και να είσαι έτοιμος να δοθείς με όλες σου τις δυνάμεις και τις δεξιότητές σου σε αυτό. Κάτι που πολλοί έχουμε ξεχάσει. Και βολευόμαστε σε αυτό».
“Ως προς το θέμα της παιδείας στην κοινωνία έχει δημιουργηθεί ένα κλίμα χαμηλής απαιτητικότητας. Στα σχολεία όλοι οι μαθητές, έτσι κι αλλιώς, παίρνουν Α στο δημοτικό και 19 ή 20 στο γυμνάσιο, δουλέψουν δεν δουλέψουν, μάθουν δεν μάθουν. Εχουμε ένα απίθανο ποσοστό αριστούχων παγκοσμίως. Καμία σύγκριση με παλαιότερα. Ο απόφοιτος δημοτικού του σχολείου της γειτονιάς πριν από 40 χρόνια ήξερε πολύ περισσότερα από πολλούς αποφοίτους λυκείου σήμερα. Μετά το 1980 αποφασίσθηκε το κλίμα αυτό προκειμένου «να μην επιβαρυνθεί η ψυχή των παιδιών». Είναι κι αυτό άλλη μία έκφανση της δήθεν «αριστερής» πλευράς μας. Δηλαδή, του τίποτα”.
“Βέβαια, όπως σε όλα τα ελληνικά πανεπιστήμια, όπως και σε όλο το φάσμα της εκπαίδευσης στην Ελλάδα, δίπλα στους “εκπαιδευτικούς” και τους “μαθητές” που απλώς διεκπεραιώνουν και αδιαφορούν για τη δουλειά τους, γίνονται και πράγματα καταπληκτικά από μεμονωμένους, αφιερωμένους, φωτισμένους ανθρώπους. Τους οποίους λίγοι τιμούν, λίγοι επαινούν και πολλοί περιγελούν. Ενώ αυτοί, αταλάντευτα, συνεχίζουν το φωτεινό έργο τους”.
“Παλαιότερα, π.χ., μέχρι τη δεκαετία του 1980, το δημόσιο σχολείο της κάθε ελληνικής γειτονιάς ήταν σχολείο σκληρής εργασίας και απαιτητικότητας. Βάζοντας τους πραγματικούς βαθμούς, επαινώντας, προβιβάζοντας, αφήνοντας μετεξεταστέους, περνούσε το μήνυμα στον μαθητή ότι το να εργάζεται και να αποδίδει στο σχολείο είναι η δουλειά του. Και ότι η δουλειά είναι κάτι που τιμούμε και υπηρετούμε με αφοσίωση και στόχο. Για το οποίο, αναλόγως, είτε επαινούμεθα είτε μας ζητείται να ξαναπροσπαθήσουμε. Αντιθέτως, εμείς, τα τελευταία 40, περίπου, χρόνια, καθώς δημιουργήσαμε μια κοινωνία παρασιτική, χωρίς αξίες, χωρίς ηθικές αρχές και απαιτητικότητα, οδηγήσαμε και την Παιδεία μας σε αντίστοιχους δρόμους και πρακτικές. Από εκεί και τα εύκολα Α στο δημοτικό και τα 19 και 20 στο γυμνάσιο και στο λύκειο. Η δημιουργία πλήθους “αριστούχων” δίνει κακό εφαλτήριο στους μαθητές, ετοιμάζει το έδαφος για κακούς πολίτες. Γιατί επιβραβεύει την έλλειψη προσπάθειας. Έτσι, πολλοί νέοι που βγαίνουν από ένα τέτοιο σύστημα δεν έχουν συναίσθηση των εννοιών της εργατικότητας, της υπευθυνότητας, του ορίου, της συστηματικής δουλειάς για την επίτευξη ενός στόχου. Δημιουργήσαμε δούλους τού τίποτα. Γιατί ελευθερία δεν είναι η ασυδοσία. Είναι η έννοια του μέτρου, της εσωτερικής πειθαρχίας, του ορίου ως προς τον εαυτό σου και τους άλλους”.
«Να τα βόλια, μην αγγίξετε τις κολώνες»: Πώς η αυτοθυσία των αγωνιστών του 1821 έσωσε την Ακρόπολη;