Το 1987, ο συγγραφέας Άρθουρ Μίλερ παραχώρησε μια σπάνια συνέντευξη στον δημοσιογράφο Άλαν Γιέντομπ του BBC, στην οποία αναφέρθηκε στον γάμο του με τη Μέριλιν Μονρόε και το διαζύγιό τους που είχε λάβει χώρα στις 24 Ιανουαρίου 1961.
Η Μέριλιν Μονρόε στα παρασκήνια με στυλ: Η σαγηνευτική σταρ που άλλαξε τον κόσμο του σινεμά
Παρά την αρχική αντίδραση του κοινού που θεωρούσε ακατάλληλο τον γάμο τους, ο Μίλερ αποκάλυψε πως αυτή η αντίδραση τον έκανε να πιστέψει περισσότερο στην καταλληλότητα της σχέσης τους. Αναγνώρισε ότι πίσω από τη φημισμένη περσόνα της Μέριλιν Μονρόε έβλεπε το δημιούργημά του, τη Νόρμα Τζιν. Όπως είχε πει, ο Τύπος αντιμετώπιζε τη Μονρόε ως «ένα είδος αρκούδας που είναι υποχρεωμένη να χορεύει – ότι δεν θα έπρεπε, δηλαδή, να έχει οποιοδήποτε άλλο ενδιαφέρον πέρα από το σεξ, την επίδειξη, ή το να λέει ανόητα πράγματα στις εφημερίδες».
Το ζευγάρι είχε γνωριστεί στις αρχές της δεκαετίας του 1950 στο Λος Άντζελες, όταν ο φίλος του Μίλερ, ο σκηνοθέτης Ελίας Καζάν του σύστησε τη Μέριλιν. Τότε ο Μίλερ ήταν ήδη ένας αναγνωρισμένος θεατρικός συγγραφέας, λόγω του βραβευμένου με Πούλιτζερ έργου του «Ο Θάνατος του Εμποράκου», ενώ η Μέριλιν είχε αποσπάσει την προσοχή με μικρούς αλλά σημαντικούς ρόλους στις ταινίες «Η Ζούγκλα της Ασφάλτου» και «Όλα για την Εύα».
Την περίοδο εκείνη, ο Άρθουρ Μίλερ ήταν παντρεμένος με την πρώτη του σύζυγο, Μαίρη Γκρέις Σλάτερι, και είχαν δύο παιδιά. Είχαν παντρευτεί αμέσως μετά την αποφοίτησή τους από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν. Η Μονρόε, από την πλευρά της, ήταν παντρεμένη από τις αρχές της δεκαετίας του 1940 με τον Τζέιμς Ντόχερτι, αλλά ο γάμος τους διήρκεσε μόνο τέσσερα χρόνια. Αργότερα παντρεύτηκε τον διάσημο αστέρα του μπέιζμπολ, Τζο Ντι Μάτζιο, αλλά αυτός ο γάμος κράτησε μόνο εννέα μήνες.
Η σύνδεση μεταξύ των δύο ήταν άμεση και ο Μίλερ όπως είχε πει ένιωθε ήδη μια συγγένεια προς τη Μέριλιν λέγοντας: «ήταν αισθησιακή και φαινόταν ερωτευμένη με τη ζωή, αλλά στο κέντρο της υπήρχε ένα σκοτάδι και μια τραγωδία που δεν ήξερα τις διαστάσεις της τότε. Το ίδιο ίσχυε και για εμένα. Οπότε δεν ήταν τόσο τρελό».
Έπειτα, γράφοντας για τη γνωριμία τους εκφράζει: «Η εικόνα της περιείχε κάτι σαν πόνο, και ήξερα ότι έπρεπε είτε να απομακρυνθώ, ή να εισέλθω μέσα σε μια καταστροφή πέρα από κάθε γνώση. Με όλη τη λάμψη της ήταν περικυκλωμένη από ένα σκοτάδι που μου προκαλούσε σύγχυση».
Η Μέριλιν φαινόταν να εντυπωσιάζεται από τον Μίλερ, τόσο από την ευφυΐα του όσο και από την ικανότητά του να αντιλαμβάνεται τον πραγματικό της εαυτό. Σύμφωνα με πληροφορίες, εκμυστηρεύτηκε σε μια φίλη της την εμπειρία της από τη συνάντηση τους λέγοντάς της: «Ήταν σαν να βρίσκεις ένα δέντρο για να ξαποστάσεις. Ξέρεις, σαν ένα δροσερό ποτό όταν έχεις πυρετό».
Η Μέριλιν Μονρόε υπέφερε από μια τραυματική παιδική ηλικία, καθώς ήταν κόρη μιας ανύπαντρης και ψυχικά ασθενούς γυναίκας, που δεν ήταν σε θέση να την φροντίσει. Τα παιδικά της χρόνια πέρασαν σε ορφανοτροφεία και σε ανάδοχες οικογένειες, ένα παρελθόν που της άφησε σημαντικά συναισθηματικά τραύματα.
«Βασικά, έδινε έναν ψυχολογικό αγώνα ενάντια στην εγκατάλειψη, ενάντια στην κακοποίηση – με τους σημερινούς όρους, θα θεωρείτο κακοποιημένο παιδί», δηλώνει ο Μίλερ στο δημοσιογράφο του BBC.
«Δέχθηκα τη δική της αξιολόγηση, κάτι που έκαναν ελάχιστοι άνθρωποι στη ζωή της», αναφέρει ο συγγραφέας. «Τότε πίστευα ότι ήταν ένα πολύ σοβαρό κορίτσι που δυσκολευόταν γιατί γενικά την έβλεπαν ως μια πολύ ελαφριά, αν όχι ανόητη, γυναίκα. Είχα αυτή την αντιμετώπιση επειδή ήμουν ερωτευμένος μαζί της. Έτσι εκείνη έβλεπε τα καλύτερα κομμάτια του εαυτού της στα μάτια μου. Επομένως η μοναδική της ελπίδα ήταν στο πλευρό μου εκείνη τη στιγμή της ζωής της».
Τα επόμενα χρόνια, κατά τη διάρκεια του θυελλώδους γάμου της με τον Ντι Μάτζιο και της διάλυσης του γάμου του Μίλερ, ο Μίλερ και η Μονρόε επικοινωνούσαν δια αλληλογραφίας. Μέχρι το 1955, όταν η ηθοποιός μετακόμισε στη Νέα Υόρκη για να σπουδάσει υποκριτική, διατηρούσαν μια εξωσυζυγική σχέση.
Κατά την περίοδο εκείνη, η χώρα βρισκόταν σε έναν θερμό πολιτικό σάλο, με το «κυνήγι μαγισσών» του γερουσιαστή Μακάρθι που επιχειρούσε να αποκαλύψει κομμουνιστές. Χιλιάδες άνθρωποι κατηγορήθηκαν ως πιθανοί υποστηρικτές του κομμουνισμού ή «αντιαμερικανοί», με αποτέλεσμα να βρεθούν στη μαύρη λίστα και να χάσουν τις δουλειές τους. Λίγα χρόνια πριν, ο Μίλερ είχε γράψει το θεατρικό έργο «The Crucible» ως αντίδραση στην «κόκκινη υστερία» που επικρατούσε, και το 1955 είχε κληθεί για έρευνα από το FBI λόγω υποψίας για κομμουνιστικές του συμπάθειες.
Τον διέταξαν να καταθέσει στην Επιτροπή Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων της Βουλής των Αντιπροσώπων και τον έκριναν ένοχο για περιφρόνηση του σώματος, επειδή δεν δέχτηκε να αποκαλύψει τα ονόματα ατόμων που υποπτεύονταν ότι ήταν κομμουνιστές. Ο φίλος του, Ελίας Καζάν, ελληνοαμερικανός σκηνοθέτης, επίσης κλήθηκε να καταθέσει, αλλά αντίθετα με τον Μίλερ, αποκάλυψε ονόματα, προκαλώντας τη δια βίου περιφρόνηση ορισμένων συναδέλφων του εκείνης της εποχής. Όταν τιμήθηκε με το Όσκαρ το 1999, το μισό κοινό στην αίθουσα, με επικεφαλής τον Κερκ Ντάγκλας, παρέμεινε καθιστό, αρνούμενο να τον χειροκροτήσει.
Το κινηματογραφικό στούντιο πρότεινε στη Μονρόε να λήξει τη σχέση της με τον Μίλερ, αλλά εκείνη αρνήθηκε και αποφάσισε να τον υποστηρίξει δημοσίως στις ακροάσεις της Βουλής των Αντιπροσώπων. Η παρέμβασή της θεωρείται ότι συνέβαλε στην ανατροπή της καταδίκης του το 1957. Μετά την οριστικοποίηση των διαζυγίων τους, παντρεύτηκαν σε μια σύντομη πολιτική τελετή στη Νέα Υόρκη το 1956. Λίγες ημέρες αργότερα, ακολούθησε ένας πλήρης εβραϊκός γάμος, στον οποίο η Μονρόε ασπάστηκε την πίστη του νέου συζύγου της. Η Μέριλιν, που δεν είχε ποτέ γνωρίσει τον πραγματικό της πατέρα, συνοδευόταν στον γάμο από τον καθηγητή υποκριτικής της, τον θρυλικό ιδρυτή του Actors Studio, Λι Στράσμπεργκ.
Παρά τη στενή σχέση τους, το ζευγάρι βρέθηκε σύντομα αντιμέτωπο με διαφωνίες σχετικά με τις φιλοδοξίες της σταρ και τις παραδοσιακές προσδοκίες του συγγραφέα για την ένωση τους στον γάμο. Λίγους μήνες αργότερα, ο Μίλερ ανακοίνωσε στα μέσα ενημέρωσης ότι η Μέριλιν σκόπευε να συμμετέχει σε μία ταινία μόνο κάθε ενάμιση χρόνο. Όταν τον ρώτησαν για το τι θα έκανε τον υπόλοιπο χρόνο η ηθοποιός, απάντησε: «θα είναι σύζυγός μου – πρόκειται για δουλειά πλήρους απασχόλησης».
Η Μέριλιν αντέδρασε έντονα, και οι νεόνυμφοι αποφάσισαν να ταξιδέψουν στην Αγγλία για τα γυρίσματα της ταινίας «Ο Πρίγκιπας και η Χορεύτρια». Η παραγωγή ήταν δύσκολη, με τη Μονρόε να αντιμετωπίζει επανειλημμένες συγκρούσεις με τον σταρ και σκηνοθέτη της ταινίας, Λόρενς Ολίβιε. Η ηθοποιός ένιωθε ότι οι φίλοι του Μίλερ ήταν επικριτικοί προς αυτήν, και αυτό το συναίσθημα εντάθηκε όταν βρήκε το σημειωματάριο του, όπου ο συγγραφέας εξέφραζε αμφιβολίες για την απόφασή του να την παντρευτεί, καθώς και παρατηρήσεις για τη συμπεριφορά της που θεωρούσε ντροπιαστική.
Παρά την επιθυμία τους να αποκτήσουν οικογένεια, δυστυχώς, δεν κατάφεραν να αποκτήσουν παιδιά. Η πρώτη εγκυμοσύνη της Μέριλιν ήταν έκτοπη, και ακολούθησε αποβολή κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της κλασικής κωμωδίας «Μερικοί το Προτιμούν Καυτό» το 1959. Πριν από τον γάμο, η σταρ συνήθιζε να αντιμετωπίζει το άγχος της με ηρεμιστικά.
Ο γάμος τους και τα αδυσώπητα φώτα της δημοσιότητας προκάλεσαν πίεση, ενώ οι προσωπικές ανασφάλειες και τα προηγούμενα τραύματα της διόγκωσαν την εξάρτησή της. Η Μέριλιν νοσηλεύτηκε για σύντομο χρονικό διάστημα λόγω υπερβολικής δόσης βαρβιτουρικών κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας του Ολίβιε το 1957.
Οι αναταραχές στη σχέση τους είχαν φτάσει στο αποκορύφωμά τους κατά τη διάρκεια της δύσκολης παραγωγής της ταινίας «Οι Αταίριαστοι» του 1961. Ο Μίλερ είχε συντάξει το σενάριο της ταινίας, βασισμένο σε δική του ιστορία, με σκοπό να αναδείξει το ερμηνευτικό ταλέντο της Μέριλιν σε έναν δραματικό ρόλο. Ωστόσο, η παραγωγή αντιμετώπισε πολλά προβλήματα.
Τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν στην αφόρητη ζέστη της ερήμου της Νεβάδα, προκαλώντας δυσκολίες σε όλους τους συντελεστές. Ο συμπρωταγωνιστής της, Κλαρκ Γκέιμπλ, απεβίωσε από καρδιακή προσβολή πριν από την κυκλοφορία της ταινίας, προσθέτοντας άλλο ένα πρόβλημα στην παραγωγή. Ειδικά για τη Μέριλιν, που ήταν αντιμέτωπη με τη διάλυση του γάμου της, τα γυρίσματα ήταν ακόμα πιο δυσάρεστα.
Ο Μίλερ είχε ξεκινήσει να έχει ερωτική σχέση με τη γερμανικής καταγωγής, αυστριακή φωτογράφο, Ίνγκε Μοράθ, την οποία γνώρισε κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Μίλερ και η Μονρόε σχεδόν δεν επικοινωνούσαν. Τα προβλήματα της Μέριλιν με τα ναρκωτικά είχαν φτάσει σε τέτοιο σημείο ώστε ο σκηνοθέτης της ταινίας, Τζον Χιούστον, αποφάσισε τον Αύγουστο του 1960 να διακόψει προσωρινά όλη την παραγωγή και να στείλει τη Μέριλιν στο νοσοκομείο για αποτοξίνωση.
«Η Μέριλιν ήταν άρρωστη σωματικά, και στρεσαρισμένη ψυχολογικά», δηλώνει ο Μίλερ στο BBC. «Τα πάντα την οδηγούσαν σε κρίσεις, την ώρα που ήταν υποχρεωμένη να ανταποκριθεί στις ανάγκες του πρώτου δραματικού ρόλου που είχε ποτέ αναλάβει. Η ζέστη και η υγρασία ήταν αφόρητες, εκείνη ήταν σε άθλια κατάσταση, και η ταινία εκτροχιάστηκε μήνες μακριά από τον αρχικό σχεδιασμό της. Κάπως έτσι ήρθε το τέλος του γάμου μας, με τη Μέριλιν σε κακή φυσική κατάσταση».
Το 1961, μετά από λιγότερο από πέντε χρόνια γάμου, η Μέριλιν Μονρόε και ο Άρθουρ Μίλερ αποφάσισαν να διαζευχθούν εξαιτίας «ασυμβατότητας χαρακτήρων». Η ταινία «Οι Αταίριαστοι» αποτέλεσε τον τελευταίο πλήρη κινηματογραφικό ρόλο της Μονρόε. Το διαζύγιό τους επιτείνει μια περίοδο πτώσης, με ακανόνιστη συμπεριφορά και κατάχρηση αλκοόλ και ναρκωτικών. Στις 5 Αυγούστου 1962, σε ηλικία 36 ετών, η Μέριλιν βρέθηκε νεκρή στο σπίτι της στο Λος Άντζελες, και ο θάνατός της ανακοινώθηκε ως αυτοκτονία από υπερβολική δόση ναρκωτικών. Ο Άρθουρ Μίλερ παντρεύτηκε την Μοράθ ένα μήνα αργότερα. Στην αυτοβιογραφία του, με τίτλο «Timebends», περιέγραψε τον γάμο τους ως «την καλύτερη και χειρότερη περίοδο» – μια φράση που παραπέμπει στο έργο «Ιστορία Δύο Πόλεων» του Ντίκενς.
Το 1964, ο Άρθουρ Μίλερ δημιούργησε το θεατρικό έργο «After The Fall» (Μετά την Πτώση), το οποίο εξετάζει τις αποτυχημένες προσπάθειες ενός άνδρα να αποτρέψει τον κατήφορο της γυναίκας που αγαπά, η οποία υποκύπτει στο αλκοόλ και τα ναρκωτικά πριν από την αυτοκτονία της. Αν και το έργο θεωρήθηκε άδικα ως μια άμεση αναφορά στις τελευταίες ημέρες της Μέριλιν, προκάλεσε μεγάλη αντίδραση και επηρέασε αρνητικά το κύρος του συγγραφέα.
«Το πραγματικά σπουδαίο για εμένα, ήταν ότι ο αγώνας της ήταν γενναίος», δηλώνει ο Μίλερ οδεύοντας στο τέλος της συνέντευξής του. «Η Μέριλιν ήταν ένας πολύ θαρραλέος άνθρωπος, που δεν τα παρατούσε ποτέ – κάτι που ίσχυε, υποθέτω, μέχρι το τέλος της ζωής της».
Ο Άρθουρ Μίλερ απεβίωσε από καρκίνο της ουροδόχου κύστης και καρδιακή ανεπάρκεια τον Φεβρουάριο του 2005, σε ηλικία 89 ετών.
Δείτε τη συνέντευξη του Άρθουρ Μίλερ παρακάτω:
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.
Η Μέριλιν Μονρόε στα παρασκήνια με στυλ: Η σαγηνευτική σταρ που άλλαξε τον κόσμο του σινεμά