Λιαντίνης Γκέμμα

Λιαντίνης: Πώς ο Φάουστ και η Μαργαρίτα αντιπροσωπεύουν τις διαφορετικές πτυχές του έρωτα;

Ο Φάουστ στο επίκεντρο του Δημήτρη Λιαντίνη γίνεται η αφορμή για μια εξερευνητική βόλτα στα δαιδαλώδη μονοπάτια του έρωτα.

Σε ποια ερωτήματα απαντάει η ανάλυση του Λιαντίνη:

1. Ποια είναι η φύση του έρωτα και πώς επηρεάζει την ανθρώπινη ύπαρξη;
2. Πώς ο Φάουστ και η Μαργαρίτα αντιπροσωπεύουν διαφορετικές πτυχές του έρωτα;
3. Πώς συνδέεται ο έρωτας με την πίστη στο θεό και την ανθρώπινη ψυχολογία;
4. Ποια είναι η σημασία των έργων τέχνης στην ανάδειξη και κατανόηση του έρωτα;
5. Πώς η ανάζητηση του πάθους αντανακλούν τα συναισθήματα και τις αντιφάσεις της ανθρώπινης ύπαρξης;

Ας μελετήσουμε παρακάτω τις σημαντικές απαντήσεις που θα μας δώσουν τον σωστό βηματισμό στη πάντοτε μυστήρια ύπαρξη του έρωτα.

Όταν ο Δημήτρης Λιαντίνης μίλησε για τη γυναίκα και τον έρωτα

Δημητρης Λιαντίνης – Γκέμμα

Η επόμενη προκείμενη είναι ο έρωτας. Ο Φάουστ, προτού παραδοθεί στο διάβολο, δεν είχε περάσει το κατώφλι της οδαλίσκης με το κόκκινο σαλβάρι. Ούτε είχε τραγουδήσει το τραγούδι του γερο-μπέη.

Τώρα, δυνατός και νέος και οδηγημένος από το Μεφιστοφελή, ρίχνεται στη βουή του κόσμου. Ξεκινάει να κάμει το μεγάλο ταξίδι.

Ένα ταξίδι σαν εκείνο, ας πούμε, του παλαιού Οδυσσέα στις θάλασσες του Ποσειδώνα, του πελιδνού Δάντη στον Άδη της ψυχής μας, του αστρόβλητου Πλάτωνα στους υπερουράνιους τόπους. Μπροστά του έχει τη μακρυνή στράτα του πολύπαθου Οιδίποδα μέσα από τα σκοτάδια του ασυνείδητου, και τις φλόγες της συνείδησης.

Το ταξίδι του Φάουστ είναι ένας πλόας ανακαλύψεων και πείρας. Και θα τον φέρει να τρυγήσει τους ορίζοντες. Με τις φωνές των πουλιών και τα χρώματα του κυκλάμινου θα χτίσει κάστρα. Και θα θερίσει τις αχτίνες της νύχτας, για να θημωνιάσει στις αποθήκες του άστρα.

Έτσι, από την αρχή θα βρεθεί η Μαργαρίτα στο πέρασμα του. Θα την συναντήσει κεραυνοβόλα, και θα την ερωτευθεί ανεκλάλητα.

Στα δεκαπέντε της χρόνια, η Μαργαρίτα είναι αθώα και άδολη. Και έμορφη έως την άκρη. Τη γλαυκή θάλασσα έχει αγκαλιά. Και την πράσινη βουή των κήπων τροφό. Και τις μαρμαρυγές του Βέγα στα όνειρα.

Από τη συναπαντή του Φάουστ και της Μαργαρίτας ο Γκαίτε θα χτίσει ένα μεγάλο έρωτα στην ιστορία της παγκόσμιας τέχνης.

Έναν έρωτα που θα τον εξορύξει από τα κρύσταλλα της μεγάλης έμπνευσης. Τα υλικά του θα τα λάβει από τη στέρνα του Όμηρου με την Ανδρομάχη, του Δάντη με τη Βεατρίκη, του Πλάτωνα με τη Διοτίμα, του Σαίκσπηρ με την Ιουλιέττα, του Ευριπίδη με τη Μήδεια και την Άλκηστη.

Και όχι αλλιώτικα, παρά καθώς όλοι εκείνοι οι μεγάλοι ερωτολόγοι, την ουσία του έρωτα θα την αποκαλύψει στην καταστροφή και στην οδύνη.

Ο Γκαίτε θα μας ξαναδώσει με τη σειρά του το απόσταγμα της παλαιής σοφίας: ότι ο έρωτας που δε φέρνει μέσα του σπόρο τη συφορά και το θάνατο είναι θέμα της κωμωδίας.

Καθώς θα τελειώσει η τρυφερή ιστορία, η μικρή Μαργαρίτα θα βρεθεί χρεωμένη με πολλαπλό άγος. Θα σκοτώσει το εξώγαμο μωρό της. Θα φαρμακώσει τη μητέρα της. Θα σταθεί αφορμή να σφαχτεί ο στρατιώτης αδερφός της. Θα δικάσει τον εαυτό της να της κοπεί το κεφάλι από τον ουδέτερο δήμιο.

Και όλα αυτά τα φοβερά θα τα κάνει η Μαργαρίτα. Η παιδίσκη η ακηλίδωτη. Που πριν απαντήσει τον έρωτα, έζησε καθαρή όσο μία σταγόνα δροσιάς στο κύπελλο της αυγής.

Ο έρωτας λοιπόν. Αυτό το θεϊκό ζώο, το αυτόχθονο και το γηγενές, μας φέρνει στο κέντρο του προβλήματος. Ο έρωτας της Μαργαρίτας για το Φάουστ γεννά την ερώτηση της Μαργαρίτας για το θεό. Αναγκαιότητα, συγκυρία, ή επιλογή του ποιητή;

Ένα δείλι το νέο ζευγάρι περπατά στον κήπο της Μάρθας της ρουφιάνας. Άδημονεί, και χαίρεται, και γλυκοκουβεντιάζει. Στον πόθο του αποζητάει να βρει πόρο.

Εκείνο τον Πόρο, που ο Πλάτων στο Συμπόσιο τον ονομάζει πατέρα του έρωτα. Καθώς και μητέρα του έρωτα ονομάζει την Πενία. Τη θεία στέρηση, που αποζητά το πέρασμα, τον πόρο.

Με αφορμή αυτόν τον πόρο, έχω την ιδέα πως, εάν ο Γκαίτε γνώριζε καλύτερα, απ’ όσο εγνώριζε, τα δημοτικά μας τραγούδια, σίγουρα θα συνόδευε τον περίπατο των δύο ερωτευμένων στον κήπο με τους ωραίους στίχους του λαού μας:

Έβγας, ήλιε μου, έβγας, έβγα λιγουλάκι

Για να πορπατήσουμε στο περιβολάκι.

Νά ‘βρω πόρο νά ‘βρω, πέρα να περάσω,

Νά ‘βρω την αγάπη μου, να παίξω, να γελάσω.

Σ’ εκείνο λοιπόν τον περίπατο στον κήπο, η Μαργαρίτα σταματά ξαφνικά, κοιτάζει το Φάουστ στα μάτια, και τον ρωτάει:

Πιστεύεις στο θεό;

Glaubst du an Gott?

Αυτή είναι η ξακουστή Ερώτηση της Μαργαρίτας.

Το βάρος και την αξία της, που την έκαμαν οδηγητική για τη μέθοδο έρευνας του προβλήματος του θεού από τη σκοπιά της επιστήμης, η ερώτηση τα οφείλει στην απόκριση κυρίως που έδωκε ο Φάουστ.

Με άλλα λόγια είναι, όχι η ερώτηση της Μαργαρίτας αλλά η απόκριση του Φάουστ που γεννά το βαθύπλουτο του προβλήματος.

Παρόμοια, όπως είναι, όχι ο έρωτας του Δία για τη Λήδα στον Ευρώτα που γέννησε την αθάνατη Ιλιάδα, αλλά η Ελένη. Η απάντηση, δηλαδή, που έδωκε η Λήδα στον έρωτα του Δία.

Ποιος τολμάει να ειπεί πιστεύω στο θεό;

Ποιος τολμάει να ειπεί δεν πιστεύω στο θεό;

Έτσι αποκρίθηκε ο Φάουστ στην ερώτηση της Μαργαρίτας.

Η θέση αυτή ανθρώπινα συνιστά τη μόνη δυνατή απόκριση που μπορεί να δοθεί στο ερώτημα. Είναι η απόκριση, σύμφωνα με τη Λογική επιστήμη, που
Στείλατε
Είναι η απόκριση, σύμφωνα με τη Λογική επιστήμη, που καταργώντας την αρχή της αντίφασης δέχεται το τρίτο, καθώς αλληλοαναιρεί το πρώτο και το δεύτερο. Όπως έδειξε και στη Φυσική εντελώς πρόσφατα η αρχή της Απροσδιοριστίας. Στο tertium non datur ο Φάουστ θα απαντήσει: tertium datur, τρίτον χωρεί. Κάπου ανάμεσα Τρίτη και Τετάρτη πρέπει να παράπεσε η αληθινή σου μέρα, που είπε ο Ελύτης προτού γεράσει. Και τα χάσει.

 

Όταν ο Δημήτρης Λιαντίνης μίλησε για τον σύγχρονο κόσμο που πεθαίνει

Φωτογραφία εξωφύλλου

Μοιράσου το

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

YelloWizard.gr
YelloWizard.gr
YelloWizard.gr