Καθώς θα εμβαθύνετε στο κείμενο, επιτρέψτε στον εαυτό σας να τυλιχθεί από τις ζωντανές εικόνες, τις βαθιές ιδέες και την υποβλητική αφήγηση που έχει εξασφαλίσει στον Καραγάτση τη θέση του ανάμεσα στους μεγάλους λογοτέχνες.
Στο πλούσιο μωσαϊκό της ελληνικής λογοτεχνίας, λίγοι συγγραφείς αναδεικνύουν το βάθος του ανθρώπινου συναισθήματος και την πολυπλοκότητα της πολιτιστικής κληρονομιάς τόσο προκλητικά και αγαπημένα όσο ο Μ. Καραγάτσης. Τα έργα του αποτελούν μαρτυρία για το αδάμαστο πνεύμα της ανθρώπινης ψυχής, υφαίνοντας αφηγήσεις που συλλαμβάνουν την ουσία του τόπου και του προσώπου με απαράμιλλη φινέτσα. Το απόσπασμα που έχουμε μπροστά μας δεν αποτελεί εξαίρεση.
Ο Καραγάτσης μας προσκαλεί στο νησί Σύρα (Σύρος), έναν μικρόκοσμο ζωής που σφύζει από τις ωμές και αφιλτράριστες εκφράσεις της ανθρώπινης ύπαρξης. Εδώ, μέσα στην αλληλεπίδραση διαφορετικών γενεαλογικών γραμμών και πολιτιστικών κληρονομιών, ζωγραφίζει ένα ζωντανό πορτρέτο ανθρώπων που ζουν με μια ανεπιτήδευτη χαρά και μια ανυποχώρητη σύνδεση με το περιβάλλον τους. Οι περιγραφές των ανδρών και των γυναικών του δεν είναι απλά σκίτσα χαρακτήρων, αλλά διαπνέονται από την ίδια την ουσία της ύπαρξής τους, αποτυπώνοντας τις επιρροές της ιστορίας, της γεωγραφίας και της ανάμειξης των πολιτισμών χωρίς φίλτρα.
Διαβάζοντας αυτό το απόσπασμα, δεν μπορεί κανείς παρά να μεταφερθεί στους κατάλευκους λόφους της Σύρας, να νιώσει το βαθύ μπλε της νύχτας που πλησιάζει και να αισθανθεί τα ισχυρά υπόγεια ρεύματα του ανθρώπινου πάθους που διατρέχουν τους ανθρώπους της. Η πεζογραφία του Καραγάτση είναι μια πύλη σε έναν κόσμο όπου τα μυστήρια της θάλασσας και του ηλιοβασιλέματος καθρεφτίζονται στα κρυμμένα βάθη της ανθρώπινης καρδιάς.
Απόσπασμα του Μ. Καραγάτση από τη Μεγάλη Χίμαιρα. Εκδόσεις Εστία
Αρκεῖ νὰ δῆς ἕνα ηλιοβασίλεμα στη μέση του πελάγου, γιὰ νὰ νιώσης πολλὰ κρυφά, μυστήρια ἀμέτρητα. Η σοφία τῶν λαῶν ἔνιωσε βαθιὰ τούτη τὴν ἀλήθεια τη στέριωσε, τὴν ἀνύψωσε σε σύμβολο κι ανακήρυξε πατέρα τοῦ πολιτισμοῦ τὸν Ὀδυσσέα, τὸν ἀλήτη τῶν ταραγμένων νερών. Στη Σύρα, ὁ φτωχὸς κόσμος ζεῖ ξένοιαστα, με γλύκα και χαρά. Οἱ ἄντρες δουλεύουν γιὰ τὸ ψωμί τους μὲ τὸ χα μόγελο στα χείλη, καὶ γλεντοῦν μὲ τὴν ἀμεριμνησία τῆς εὐκολοχόρτα στης ψυχῆς.
Οἱ γυναῖκες πάλι ἔχουν τὴ χάρη ἀπὸ τὰ τόσα αἵματα ποὺ κυλᾶν στις φλέβες τους : αἷμα ἑλληνικὸ τῆς εἰδωλολατρίας καὶ τοῦ βυζαντινοῦ χριστια νισμοῦ· αἷμα λατινικό, γεμάτο ὀρθολογισμένη θέληση αἷμα σαρακηνό, φλογισμένο στους ἄμμους τῆς Ἀφρικῆς αἷμα ιταλικό, ποτισμένο ὕπουλο αισθησιασμό· αἷμα φράγκικο, περήφανο κι ερωτιάρικο. Είναι μικρόσωμες, πλούσια σαρκωμένες, με ψυχή παιγνιδιάρα. Μεγάλη τους φροντίδα εἶναι ὁ ἔρωτας, ὁ πιὸ σύμφωνος μὲ τὴ φυσιολογική του σημασία, δηλαδὴ τὴ χαρὰ τῶν αἰσθημάτων καὶ τῶν αἰ σθήσεων. Ολη η περιορισμένη νοημοσύνη τους ἀφιερώνεται σὲ τοῦτο τὸ σπαρτατιστό παιγνίδι.
Οἱ στοχασμοί, οἱ ὧρες τῆς μέρας καὶ τῆς νύχτας, οἱ κουβέντες, ὁλόκληρη ἡ βιοτική τους δραστηριότητα, δὲν ἔχουν ἄλλο σκοπό. Περὶ τὸ βράδυ, στὶς κάτασπρες ἀνηφοριές, τις χρωματισμένες ἀπὸ τὸ βαθυγάλανο τῆς ἐρχόμενης νύχτας, θὰ ἰδῆτε τὰ ζευγαράκια να περιδιαβάζουν τὴ σμιχτή τους εὐτυχία. Στη Σύρα, τα πάθη τοῦ κορμιοῦ εἶναι παντοδύναμα. Οἱ λιγοστές ικμάδες τοῦ ἄδροσου βράχου ἔχουν ποτίσει τοὺς ἱστοὺς τῶν ἀνθρώπων· ἔχουν κορέσει τις σάρκες, ἀφήνοντας την πέτρα κατάξερη.
Οἱ αἰσθήσεις κυβερνοῦν παρεπόμενη συνέπεια τοῦ κυρίαρχου αισθησιασμοῦ εἶναι τὰ αἰσθήματα. Δὲν ὑπάρχει λογικός συγκρατημός, φόβος, συνείδηση τοῦ πρεπούμενου καὶ τοῦ ἄπρεπου, ἠθικὴ γραμμή υποκειμενικὴ ἢ ἀντικειμενική. Η γυναίκα ποὺ ἐπιθυμεῖ ἕναν ἄντρα πιστεύει πὼς τὸν ἀγαπάει· καὶ τοῦ δίνεται ἁπλά, πρόσχαρα, δίχως μεγάλο προηγούμενο αἰσθηματικὸ ἔλεγχο…»
Μ. Καραγάτσης: «αποφασίζει ηδονές στην άκρη της γλώσσας της… νανουρίζει λησμονιές…»