Ο Ιωάννης Συκουτρής γεννήθηκε την 1η Δεκεμβρίου 1901 στη Σμύρνη και έφυγε από τη ζωή στις 21 Σεπτεμβρίου 1937, ήταν ένας διάσημος Έλληνας φιλόλογος.
Ο Συκουτρής με καταγωγή από τη Χίο, έλαβε τις σπουδές του στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης και αργότερα έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η αξιοσημείωτη προσφορά του αναδεικνύεται από το εξαιρετικό επιστημονικό του έργο, το οποίο περιστρέφεται κυρίως γύρω από την επιμέλεια και την εισαγωγική εργασία του στην Ποιητική του Αριστοτέλη και το Συμπόσιο του Πλάτωνα.
Το 1933, του προσφέρθηκε η θέση του καθηγητή κλασικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πράγας, την οποία αρνήθηκε. Το 1934 εκδόθηκε με θερμή υποδοχή μια επιμελημένη έκδοση του Συμποσίου, η οποία περιλάμβανε μετάφραση και σχόλια, σηματοδοτώντας το εναρκτήριο έργο της Ελληνικής Βιβλιοθήκης της Ακαδημίας Αθηνών. Το 1936 υπέβαλε αίτηση για την έδρα της Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή.
Στη συνέχεια, αντιμετώπισε καταιγισμό επικρίσεων, αρχικά προερχόμενων από την εφημερίδα “Επιστημονική Ηχώ” και στη συνέχεια από διάφορες ακαδημαϊκές και μη ομάδες, ιδίως από την Ιερά Σύνοδο, λόγω της συζήτησής του για τις σεξουαλικές σχέσεις στην αρχαία Ελλάδα, ιδίως την παιδοφιλία, στην εισαγωγή του Συμποσίου. Ο Συκουτρής υπερασπίστηκε τη στάση του στην έκδοσή του “Η εκστρατεία κατά του Συμποσίου: Τα κείμενα και οι κουλουροπώλαι, 1937. Συγκλονισμένος από την πολεμική, αποσύρθηκε από τον δημόσιο βίο και τελικά αυτοκτόνησε.
Ο Καζαντζάκης μέσα από την Ασκητική: «Χρέος μας λοιπόν να συλλάβουμε τ’ όραμα»
Απόσπασμα από το το βιβλίο του Ιωάννη Συκουτρή «Φιλοσοφία ζωής». Ο Συκουτρής για τον ηρωικό άνθρωπο:
«Είναι το αλεξικέραυνον, που θα συγκεντρώση επάνω του (θα προσελκύση μάλλον εθελουσίως) όλας τας καταιγίδας και όλα τ’ άστροπελέκια, διά να προστατευθούν τα κατοικητήρια των ειρηνικών ανθρώπων.
Αλλά θα το κάνη όχι από πνεύμ’ αλτρουισμού και εθελοθυσίας υπέρ των άλλων. Εις την ετοιμότητα του κινδύνου τον σύρει με ακαταμάχητον έλξιν η αισθητική, θα έλεγα, γοητεία του κινδύνου, η συναίσθησις ότ’ είναι προνόμιον των εκλεκτών (όχι καθήκον ή πράξις φιλανθρωπίας) να συντρίβωνται υπέρ των άλλων, υπό των άλλων – το πολυτιμότερον προνόμιον! Ο ηρωικός άνθρωπος δεν είναι το άνθος, δεν είν’ ο καρπός – αυτά αντιπροσωπεύουν το παρόν και του παρόντος την ανεπιφύλακτον χαράν. Είναι ο σπόρος που θα ταφή και θα σαπίση, διά ν’ αναφανή το άνθισμα και το κάρπισμα. Είν’ εκείνος που θάπτεται διά να εορτασθή η ανάστασις, και ανάστασις χωρίς ταφήν δεν υπάρχει.
Αλλ’ ο ηρωικός άνθρωπος δεν δείχνεται εις την συντριβήν του μόνον, ή και εις την ετοιμότητα έστω προς συντριβήν. Ειδεμή, η ηρωική αντίληψις θα ήτο ιδεώδες θανάτου μόνον, όχι μορφή ζωής – και τι ζωής! Ο ηρωικός άνθρωπος, και μόνος αυτός, ζη έντονα και πλούσια ολόκληρον την Ζωήν. Αλλά το να ζήση έντονα δεν σημαίνει δι’ αυτόν ό,τι συνήθως νοούμεν με την έκφρασιν αυτήν: να δοκιμάζη άφθονα και δυνατά τας απολαύσεις και τας ηδονάς της Ζωής.
Δεν τας αγνοεί βέβαια τας απολαύσεις της Ζωής ο ηρωικός άνθρωπος αλλά τας δοκιμάζει τόσον, όσον χρειάζεται να τας ξεπεράση, τας γνωρίζει τόσον, ώστε να εννοή, ότι κατά βάθος παραλύουν μάλλον την δύναμιν του ανθρώπου, και ας τού χαρίζουν την ψευδαισθησίαν της εντατικότητος και της πλησμονής. Έπειτα, τας απολαύσεις αναζητεί εκείνος που ζητεί να πάρη από την Ζωήν, όχι εκείνος που έχει να της δώση – και σε πλουτίζει όχι το να παίρνης αλλά το να δίδης.
Η έντονος αυτή ζωή είναι κατ’ ανάγκην πολυμερής, τόσον πολυμερής, ώστε να την ευρίσκουν πολυπράγμονα όσοι μετρούν τον πλούτον των εκλεκτών φύσεων με την πενίαν της ιδικής των, όσους δεν αφήνει ο φθόνος ν’ αναγνωρίσουν εις ένα σύγχρονόν των τον όλβον των αγαθών, που δεν έχουν εκείνοι. Ο ηρωικός άνθρωπος χαίρεται πολλάς μορφάς ζωής συγχρόνως, και τας χαίρεται όχι εξωτερικώς, σαν αισθητικόν θέαμα ή διά να ικανοποιήση την περιέργειάν του. Μέσα τoυ ζη όλας αυτάς τας μορφάς της Ζωής, τας αφομοιώνει μέσα του, και τας αποδίδει με τον προσωπικόν του τρόπον. Η ψυχή του ομοιάζει μ’ ένα έδαφος λιπαρόν και βαθύ, εις το οποίον κάθε σπόρος άνετα θ’ ανθοβολήση και θα καρπίση. »