Στο λυκόφως της λαμπρής λογοτεχνικής του καριέρας, ο Ζοζέ Σαραμάγκου, ο βραβευμένος με Νόμπελ Πορτογάλος συγγραφέας, προσφέρει στους αναγνώστες μια διεισδυτική ματιά στις ιδιαιτερότητες της ανθρώπινης ύπαρξης στον τελευταίο τόμο του αριστουργηματικού του έργου.
Τα λόγια του Σαραμάγκου αντηχούν με μια βαθιά επείγουσα ανάγκη, καθώς αναλύει τις λειτουργίες ενός κόσμου όπου οι κάποτε αινιγματικές δυνάμεις του καλού και του κακού αποκαλύπτονται για να τις δουν όλοι.
Το απόσπασμα συμπυκνώνει την ακλόνητη πίστη του Σαραμάγκο στη διαφάνεια της αλήθειας και στην εγγενή επιλογή μεταξύ φωτός και σκότους, μεταξύ σεβασμού της ανθρωπότητας και περιφρόνησης του άλλου. Τα πέπλα που κάποτε κάλυπταν τους μοχλούς του κακού πετιούνται και τα χέρια που τα χειρίζονται είναι εκτεθειμένα, χωρίς να καλύπτονται πλέον από τα γάντια που προσπαθούσαν να κρύψουν τους λεκέδες του αίματος.
Ο συγγραφέας ζωγραφίζει μια απογοητευτική εικόνα της ανθρώπινης υπόστασης, που αμαυρώνεται από τον προσωπικό εγωισμό, την καπηλεία, την έλλειψη γενναιοδωρίας και τη μικροπρεπή δειλία της καθημερινότητας. Αυτά τα χαρακτηριστικά συμβάλλουν σε μια ολέθρια μορφή πνευματικής τύφλωσης, μια κατάσταση κατά την οποία τα άτομα βρίσκονται στον κόσμο, αλλά αδυνατούν να τον δουν πραγματικά.
Μπορεί η ανθρωπότητα, με όλα τα ελαττώματα και τις ιδιαιτερότητές της, να ανυψωθεί πάνω από τις παγίδες του ατομικού συμφέροντος για να σφυρηλατήσει μια συλλογική συνείδηση που να εκτιμά την αλήθεια, τον σεβασμό και τη ζωή; Τα ερωτήματα αυτά παραμένουν, προσκαλώντας τους αναγνώστες να αναμετρηθούν με τις βαθιές αβεβαιότητες.
Ζοζέ Σαραμάγκου: Το τελευταίο τετράδιο
Η λειτουργία του κόσμου έπαψε να είναι το απόλυτο μυστήριο που ήταν, οι μοχλοί του κακού βρίσκονται μπροστά στα μάτια… όλων, για τα χέρια που τους χειρίζονται δεν υπάρχουν πια γάντια ικανά να κρύψουν τις κηλίδες του αίματος.
Θα έπρεπε, επομένως, να είναι εύκολο για τον καθένα να επιλέξει ανάμεσα στην πλευρά της αλήθειας και στην πλευρά του ψεύδους, ανάμεσα στον ανθρώπινο σεβασμό και στην ασέβεια προς τον άλλον, ανάμεσα σε αυτούς που είναι με τη ζωή και αυτούς που είναι εναντίον της.
Δυστυχώς, τα πράγματα δε συμβαίνουν πάντα έτσι.
Ο προσωπικός εγωισμός, το βόλεμα, η έλλειψη γενναιοδωρίας, οι μικρές δειλίες της καθημερινότητας, όλα αυτά συνεισφέρουν σε μια ολέθρια μορφή πνευματικής τυφλότητας, να βρισκόμαστε δηλαδή στον κόσμο και να μη βλέπουμε τον κόσμο, ή να βλέπουμε από αυτόν ότι, ανά πάσα στιγμή, τείνει να εξυπηρετεί τα συμφέροντά μας.
Σε τέτοιες περιπτώσεις δεν μπορούμε να ευχηθούμε παρά να έρθει η συνείδηση και να μας ταρακουνήσει επειγόντως από το μπράτσο και να μας ρωτήσει εξ επαφής: “Πού πας; Τι κάνεις; Ποιος νομίζεις ότι είσαι;”.
Μια εξέγερση ελεύθερων συνειδήσεων θα χρειαζόμασταν. Είναι άραγε εφικτό;