Και εδώ στου δρόμου τα μισά, την ώρα που εισέρχεται δυναμικά το κάπως καθυστερημένο, ελληνικό φθινόπωρο, έχουμε για παρέα ένα ποίημα του Σεφέρη.
Η ποίηση τον φθινόπωρο διαθέτει μια έντονη δυναμική που κατακλίσει τα συναισθήματά μας πόσο μάλλον όταν πρόκειται για ποίημα του αγαπημένου μας Γιώργου Σεφέρη.
Το βιβλίο που μας έκανε να πιστέψουμε πως η παιδική μας ηλικία ήταν σαν αόρατη φυλακή
Γιώργος Σεφέρης – Πρωί
Ἄνοιξε τὰ μάτια καὶ ξεδίπλωσε
τὸ μαῦρο πανὶ πλατιὰ καὶ τέντωσέ το
ἄνοιξε τὰ μάτια καλὰ στύλωσε τὰ μάτια
προσηλώσου προσηλώσου τώρα ξέρεις
πὼς τὸ μαῦρο πανὶ ξεδιπλώνεται
ὄχι μέσα στὸν ὕπνο μήτε μέσα στὸ νερὸ
μήτε σὰν πέφτουνε τὰ βλέφαρα ρυτιδωμένα
καὶ βουλιάζουνε λοξὰ σὰν κοχύλια,
τώρα ξέρεις πὼς τὸ μαῦρο δέρμα τοῦ τυμπάνου
σκεπάζει ὁλόκληρο τὸν ὁρίζοντά σου
ὅταν ἀνοίξεις τὰ μάτια ξεκούραστος, ἔτσι.
Ἀνάμεσα στὴν ἰσημερία τῆς ἄνοιξης καὶ τὴν ἰσημερία
τοῦ φθινοπώρου
ἐδῶ εἶναι τὰ τρεχάμενα νερὰ ἐδῶ εἶναι ὁ κῆπος
ἐδῶ βουίζουν οἱ μέλισσες μὲς στὰ κλωνάρια
καὶ κουδουνίζουνε στ᾿ αὐτιὰ ἑνὸς βρέφους
καὶ ὁ ἥλιος νά! καὶ τὰ πουλιὰ τοῦ παραδείσου
ἕνας μεγάλος ἥλιος πιὸ μεγάλος ἀπ᾿ τὸ φῶς.
Οι «ελευθερώτριες» λέξεις της Κικής Δημουλά: «Καλά τα βγάζει πέρα ἡ μοναξιά φτωχικά αλλά τίμια…»