Στο βιβλίο «Ντέμιαν», ο Έρμαν Έσσε παρουσιάζει μια διαφορετική αφήγηση από κάθε γνωστό μυθιστόρημα ενηλικίωσης.
Το βιβλίο «Ντέμιαν» πρωτοεκδόθηκε το 1919 υπό τη σκιά του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ένας νεαρός άνδρας παλεύει με την ταυτότητά του όπως τα σημερινά παιδιά που ζουν γύρω μας.
Από την πρώτη σελίδα, ο Ντέμιαν παρασύρει τον αναγνώστη σ’ έναν κόσμο δυαδικότητας. Στο καλό και το κακό, στο φως και το σκοτάδι, στην τάξη και το χάος. Ο πρωταγωνιστής Εμίλ Σινκλέρ, ξεκινά ένα ταξίδι προς την ωριμότητα αλλά κυρίως επικεντρώνεται στην κατανόηση του εαυτού του και της κοινωνίας.
Σ΄αυτό το σημείο ο Έσσε μας προσφέρει τον δικό του ορισμό για το τι είναι η ωριμότητα και διαμορφώνει αυτό το ταξίδι ως μια μάχη ανάμεσα στον αληθινό εαυτό και τις εξωγενείς πιέσεις για συμμόρφωση.
Γιατί θα έπρεπε αυτό το σύγγραμμα να βρίσκεται στο σχολείο;
Με αφορμή τις νέες προσθήκες βιβλίων για να τον λογοτεχνικό εγγραμματισμό των μαθητών, ο Ντέμιαν θα ήταν ικανός να ταρακουνήσει τις χορδές των εφήβων που ψάχνουν με μανία την ταυτότητά τους και τη θέση τους σ΄ έναν κόσμο που ομολογουμένως βρίσκεται στα χειρότερά του.
Το εν λόγω λογοτεχνικό αριστούργημα του Έσσε θα συνέθετε ένα μωσαϊκό υπερνοήματος στις άχαρες και άκαμπτες απαιτήσεις της εφηβείας οποιουδήποτε αισθάνεται πως δεν ανταμείβεται επαρκώς από αυτό το άγνωστο που λέγεται «Ζωή».
Ας μελετήσουμε ένα απόσπασμα από τον κόσμο του Ντέμιαν. Σας διαβεβαιώνω πως δε θα σας αφήσει αναλλοίωτους.
Έρμαν Έσσε – Ντέμιαν
«Κάθε άνθρωπος δεν είναι απλά ο εαυτός του. Είναι το μοναδικό, συγκεκριμένο, πάντα σημαντικό και αξιόλογο σημείο όπου διασταυρώνονται τα φαινόμενα του κόσμου, με τρόπο ξέχωρο, μοναδικό. Για τούτο, κάθε ιστορία ανθρώπινη είναι σημαντική, αιώνια και ιερή. Για τούτο, κάθε άνθρωπος, ενόσω ζει και εκπληρώνει τη θέληση της φύσης, είναι μια ύπαρξη υπέροχη που της πρέπει υπέρτατη προσοχή. Δεν μπορώ να ονομάσω τον εαυτό μου πολύξερο.
Ήμουν κι ακόμα είμαι ερευνητής, μα δε γυρεύω πια στ’ αστέρια ή στα βιβλία αυτό που ζητώ. Ακούω τους ψίθυρους μες στο αίμα μου. Δεν είναι μια ευχάριστη ιστορία η δική μου, δε διαθέτει τη γλυκιά αρμονία μιας ιστορίας που πλάθουμε με τη φαντασία μας. Όμοια όπως η ζωή όλων των ανθρώπων που σταμάτησαν να εξαπατούν τον εαυτό τους, έτσι κι η δική μου είναι παράλογη μαζί και χαώδης, έχει κάτι από τρέλα μαζί και όνειρα. Κάθε ανθρώπου η ζωή είναι ένας δρόμος μέσα στον εαυτό του, μια προσπάθεια να βρει κάποιο δρόμο, το ίχνος ενός μονοπατιού. Κανείς ποτέ δεν υπήρξε ολότελα ο εαυτός του, ωστόσo ο καθένας αγωνίζεται να το πετύχει, και ο κουτός και ο ευφυής, όσο καλύτερα μπορεί. Όλοι μας ως το τέλος της ζωής μας κουβαλάμε τα υπολείμματα από τη γέννησή μας, τις μεμβράνες και το κέλυφος από τ’ αυγό ενός αρχέγονου κόσμου.
Πολλοί δεν καταφέρνουν ποτέ να γίνουν άνθρωποι. Παραμένουν βάτραχοι, σαύρες, μυρμήγκια. Πολλοί είναι άνθρωποι από τη μέση κι απάνω και ψάρια από τη μέση και κάτω. Ο καθένας, ωστόσο, αντιπροσωπεύει μια προσπάθεια της φύσης να δημιουργήσει μια ανθρώπινη ύπαρξη. Οι ρίζες μας είναι κοινές. Όλοι προερχόμαστε από την ίδια μήτρα. Το κάθε άτομο ξεπετιέται από την ίδια άβυσσο, αγωνίζεται να πετύχει το σκοπό του. Καταλαβαίνουμε ο ένας τον άλλο, μα κάθε άνθρωπος μπορεί να εξηγήσει μόνο τον εαυτό του»