Η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή είναι ένας διαχρονικός καθρέφτης των βαθύτερων συγκρούσεων της κοινωνίας.
Πάνω από 2.500 χρόνια εξακολουθεί να έχει απήχηση με την απεικόνιση της σύγκρουσης μεταξύ του ηθικού καθήκοντος και του κρατικού νόμου, των κινδύνων της τυραννίας και της περιφρόνησης μιας γυναίκας αλλά και ενός ανθρώπου απέναντι στους κοινωνικούς κανόνες. Αυτή η εμβληματική τραγωδία από την Αρχαία Ελλάδα δε θα σταματήσει ποτέ να είναι επίκαιρη.
Ο ηθικός νόμος υπεράνω του κρατικού.
Στο επίκεντρο της Αντιγόνης βρίσκεται η σύγκρουση μεταξύ του άγραφου ηθικού νόμου και των διαταγμάτων του κράτους. Η Αντιγόνη τιμά τη θεία εντολή και το οικογενειακό καθήκον θάβοντας τον αδελφό της, αψηφώντας το άδικο διάταγμα του βασιλιά Κρέοντα.
Υποστηρίζει ότι κανένας θνητός ηγεμόνας δεν μπορεί να παρακάμψει «τους άγραφους και αταλάντευτους νόμους των θεών».
(Διαβάστε το απόσπασμα από την «Αντιγόνη» παρακάτω)
Αυτή η σύγκρουση μεταξύ της προσωπικής συνείδησης και του αστικού νόμου αποτελεί μια πρώιμη απεικόνιση της πολιτικής ανυπακοής, θέτοντας το ερώτημα αν κάποιος πρέπει να υπακούσει σ’ έναν άδικο νόμο ή να υπακούσει σ΄’ έναν ανώτερο ηθικό κώδικα.
Η αρχαία τραγωδία διερωτάται έντονα αν κάποιος πρέπει να ακολουθεί τη συνείδησή του «ανεξάρτητα από το τι λέει ο νόμος» ακόμη και όταν αναγνωρίζει την ανάγκη για τον νόμο και την τάξη, αφήνοντας στο τέλος μια «φιλοσοφική επίγευση» από τη φράση της Αντιγόνης: «Δε γεννήθηκα για να μισώ αλλά για να αγαπώ» (Οὒτοι συνέχθειν,ἀλλά συμφιλεῖν ἔφυν).
Τυραννία και κατάχρηση της εξουσίας
Η Αντιγόνη χρησιμεύει επίσης ως προειδοποιητική ιστορία για την πολιτική τυραννία και την κατάχρηση της εξουσίας. Το άκαμπτο διάταγμα του Κρέοντα, η υπερήφανη άρνηση να ακούσει και η φίμωση της διαφωνίας τον χαρακτηρίζουν ως τύραννο.
Οι αρχαίοι Αθηναίοι θεατές πιθανότατα έβλεπαν την Αντιγόνη ως ,«μαχήτρια της ελευθερίας ενάντια στην τυραννία του» και το έργο ως υπέρμαχο του «γενναίου ανταγωνισμού με την απολυταρχία».
Το πνεύμα της Αντιγόνης ζει σε κάθε άτομο που έχει το θάρρος να αντιμετωπίσει την άδικη εξουσία. Μας αναγκάζει να σκεφτούμε πως οι ηγέτες πρέπει να εξισορροπούν τον νόμο με την ηθική ακεραιότητα, προειδοποιώντας για το κόστος της υπερήφανης ηγεσίας.
Ας διαβάσουμε ένα απόσπασμα
Τέταρτο επεισόδιο, δεύτερη σκηνή: Η Αντιγόνη θρηνεί, καθώς οδηγείται στον υπόγειο τάφο
Οι τραγωδίες του Σοφοκλέους. I, Αντιγόνη, Ηλέκτρα, Αίας, Τραχίνιαι. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας.
Μτφρ. Ι.Ν. Γρυπάρης. χ.χ.
ΤΕΤΑΡΤΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ (απόσπασμα)
ΚΡΕΟΝΤΑΣ
Ξέρετε τάχα, πως τα μοιρολόγια
και τους θρήνους δε θα’ παυε κανένας
πριν του θανάτου, αν ήταν να ωφελούσαν;
Δε θα την πάρετε απ’ εδώ κι αμέσως;
αμέτε την και κλείνοντάς την μέσα
σε θολωτό, καθώς πρόσταξα, τάφο,
αφήστε την εκεί μονάχη κι έρμη
κι είτε θέλει ας πεθάνη, είτε κι ας ζήση
μέσα σε τέτοια στέγη ταφιασμένη·
γιατί το κρίμα εμείς γι’ αυτή την κόρη
δε θα’ χωμε, μ’ ας βγάλη από το νου της
πως στον απάνω κόσμο πια θα ζήση.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Ω τάφε μου, ω νυφιάτικό μου, ω αιώνια,
βαθιά στη γη σκαμμένη κατοικιά μου,
για σένα τώρα ξεκινώ να πάω
προς τους δικούς μου, που ένα τόσο πλήθος
έχει δεχτή απ’ αυτούς η Περσεφόνη·
στερνή τους τώρα εγώ και πολύ πιο άθλια
πριν να ‘ρθη ακόμα η ώρα μου πηγαίνω·
μα όταν θα φτάσω βέβαιη θρέφω ελπίδα
να με δεχτή ο πατέρας μου με αγάπη,
με αγάπη και συ, μάννα μου, με αγάπη,
και συ, αδερφέ μου πολυλατρεμένε·
γιατί νεκρούς μ’ αυτά μου εγώ τα χέρια
σας έλουσα, σας στόλισα και μ’ όλα
τα νεκρικά σάς τίμησα τα δώρα·
και τώρα, για να θάψω, Πολυνείκη,
το δικό σου κορμί, τέτοια παθαίνω·
κι όμως δίκαια σε τίμησα, όπως κρίνουν
όσοι έχουν γνώση, γιατί εγώ ποτέ μου
μήτε παιδιών αν ήμουνα μητέρα,
μητ’ αν νεκρός ο άντρας μου εσεπόνταν,
δε θα ‘παιρνα πάνω μου τέτοιο αγώνα
ενάντια στην απόφαση της χώρας.
Και χάρη σε ποιο νόμο αυτό που λέω;
Ο άντρας αν μου πεθάνη, θα μπορούσα
κι άλλον να πάρω, και παιδί να κάμω
απ’ άλλον άντρα, αν θα ‘χανα το πρώτο·
μα μια που μόχουν μάννα και πατέρας
στον Άδη κατεβή, δεν είναι τρόπος
ποτέ να γεννηθή αδερφός για μένα·
κι ενώ μ’ αυτό το νόμο πάνω απ’ όλους
σ’ έβαλα εγώ, μυριάκριβε αδερφέ μου,
έγκλημα ο Κρέοντας έκρινε και τόλμη
ανήκουστη την πράξη αυτή, και τώρα
με παίρνει έτσι απ’ τα χέρια και με σέρνει
πριν τις χαρές του υμέναιου να γνωρίσω,
πρι δω άντρα πλάι μου, πριν παιδιά αναστήσω,
μα έτσι παρατημένη από τους φίλους,
ζωντανή κατεβαίνω η μαυρομοίρα
στων πεθαμένων τα λημέρια, ενώ
ποιο νόμο των θεών έχω πατήση;
και γιατί πρέπει πια η δυστυχισμένη
να ελπίζω στους θεούς; ποιο σύμμαχό μου
να κράξω, όταν με την ευσέβειά μου
της ασεβείας την καταδίκη βρήκα;
μ’ αν περνούν στους θεούς αυτά για δίκια,
πεθαίνοντας θα ομολογούσα τότε
πως ένοχη πεθαίνω, αν όμως οι άλλοι
έχουν την αμαρτία, ειθ’ ας μην πάθουν
πιο πολλ’ απ’ όσα έτσι άδικα μου κάνουν.
ΧΟΡΟΣ
Πάντ’ ακόμα το ίδιο φύσημα του ανέμου
την κρατά και δεν το λέει να την αφήση.
ΚΡΕΟΝΤΑΣ
Μα γι’ αυτό θα κλάψουν που έτσι αργούνε
τούτοι εδώ, που έχω προστάξη να την πάνε.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Αχ αλλίμονό μου, αυτός ο λόγος
την ολόστερνη την ώρα μου σημαίνει.
ΚΡΕΟΝΤΑΣ
Δε σου συνιστώ πολύ να ελπίζης
πως αυτό που λες δε θ’ αληθέψη.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Ω της Θήβας πατρική μου πόλη,
ω πανάρχαιοι θεοί της γενεάς μας,
πάει τέλειωσε, με παίρνουν
βλέπετε, άρχοντες της Θήβας,
τη στερνή βασιλοπούλα σας,
τι παθαίνω κι από ποιους,
γιατί φύλαξα το σέβας στους θεούς.
5 θεωρίες συνωμοσίας που πίστευαν οι αρχαίοι Έλληνες και πόσο μοιάζουν με τις σημερινές