Ο Έρμαν Έσσε (1877-1962) ήταν Γερμανοελβετός ποιητής, μυθιστοριογράφος και ζωγράφος, γνωστός για την εξερεύνηση πνευματικών και φιλοσοφικών θεμάτων στα λογοτεχνικά του έργα.
Ποια ήταν η φιλοσοφία του
Η φιλοσοφία του Έσσε είναι βαθιά ριζωμένη σε θέματα πνευματικότητας, ατομικισμού και αναζήτησης της αυτοπραγμάτωσης. Πολλά από τα έργα του, όπως το ”Siddhartha” , ο ” Steppenwolf ” και ο ” Demian” αντανακλούν την αναζήτηση της ταυτότητας και την επιδίωξη μιας ανώτερης κατανόησης της ζωής. Ο Έσσε επηρεάστηκε από ποικίλες φιλοσοφικές και πνευματικές παραδόσεις, συμπεριλαμβανομένων των ανατολικών φιλοσοφιών, όπως ο Ινδουισμός και ο Βουδισμός, καθώς και της δυτικής υπαρξιστικής σκέψης.
Ποιους επηρέασε;
Η επιρροή του Χέρμαν Έσσε εκτείνεται στη λογοτεχνία, τη φιλοσοφία και τα αντιπολιτισμικά κινήματα. Τα γραπτά του, που συχνά θεωρούνται διαχρονικά κλασικά, έχουν εμπνεύσει γενιές αναγνωστών. Ορισμένες αξιοσημείωτες πτυχές της επιρροής του περιλαμβάνουν:
1. Κίνημα της αντικουλτούρας: Στα μέσα του 20ου αιώνα, τα έργα του Έσσε απέκτησαν δημοτικότητα μεταξύ των κινημάτων της αντικουλτούρας, ιδίως στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα θέματά του για την εξέγερση ενάντια στους κοινωνικούς κανόνες και την αναζήτηση της προσωπικής αυθεντικότητας βρήκαν απήχηση στα ιδανικά της εποχής.
2. Πνευματικοί αναζητητές: Η εξερεύνηση πνευματικών θεμάτων από τον Έσσε, ιδίως στο “Σιντάρτα”, προσέλκυσε αναγνώστες που ενδιαφέρονταν για την ανατολική φιλοσοφία και πνευματικότητα. Τα έργα του απέκτησαν επιρροή μεταξύ εκείνων που αναζητούσαν μια βαθύτερη κατανόηση του εαυτού και των πνευματικών πτυχών της ζωής.
3. Υπαρξισμός και ψυχολογία: Η εξερεύνηση υπαρξιακών θεμάτων από τον Έσσε στο “Steppenwolf” και ψυχολογικών πτυχών στο “Demian” επηρέασε την ανάπτυξη της υπαρξιστικής σκέψης και της ψυχολογικής λογοτεχνίας. Οι χαρακτήρες του συχνά παλεύουν με τις εσωτερικές συγκρούσεις και την πολυπλοκότητα του ανθρώπινου νου.
4. Λογοτεχνικοί κύκλοι: Η επίδραση του Έσσε είναι εμφανής στον κόσμο της λογοτεχνίας, με τους συγγραφείς να εκτιμούν το καινοτόμο αφηγηματικό του ύφος και το φιλοσοφικό του βάθος. Ορισμένοι συγγραφείς, όπως ο Τζακ Κέρουακ και ο σύγχρονος του Χέρμαν Έσσε Τόμας Μαν, αναγνώρισαν την επιρροή του στα δικά τους έργα.
Έζρα Πάουντ: «Πολεμώντας τον κόσμο έχασα το κέντρο μου…Να είμαστε άνθρωποι, όχι χαλαστές…»
Ένα όμορφο απόσπασμα: «Έρμαν Έσσε, 66 Μαθήματα καθημερινής σοφίας» του Άλαν Πέρσυ (εκδόσεις Πατάκη)
«Η ζωή κάθε ανθρώπου είναι ένας δρόμος προς τον εαυτό του, το πρόπλασμα ενός δρόμου, το προσχέδιο ενός μονοπατιού. Κανένας άνθρωπος δεν έφτασε να είναι εντελώς ο εαυτός του, ωστόσο, οι πάντες φιλοδοξούν να το κατορθώσουν, άλλοι στα τυφλά, άλλοι µε περισσότερο φως, ο καθένας όπως μπορεί»
Ξεχνάει κανείς να κρίνει και να επικρίνει τους άλλους όταν είναι γεμάτος αμφιβολίες για τον εαυτό του: «Το να κάνεις το δικαστή σε ξένες ζωές είναι η τέλεια δικαιολογία για να μην αναλύεις την δική σου. Αν παρατηρήσουμε τα άτομα που γυρνάνε εδώ κι εκεί βγάζοντας ετυμηγορία για το τί κάνουν καλά και τι κακά οι άλλοι, θα βρούμε σε αυτά ένα μεγάλο έλλειμμα αυτοκριτικής. Δεν έχουν συνείδηση των πράξεων και των λόγων τους γιατί εστιάζουν την προσοχή τους στις ζωές τρίτων. Και συμπεριφέρονται με αυτόν τον τρόπο επειδή φοβούνται να ακτινογραφήσουν τον εαυτό τους και να απογοητευτούν».
Οταν μισούμε κάποιον, μισούμε στην εικόνα του κάτι που υπάρχει μέσα μας: «Οταν νομίζουμε ότι πλήττουμε με κάποιον, είναι γιατί κατέχει κάτι που μας αγγίζει βαθιά και μας προκαλεί δυσφορία. Αυτός ο κάποιος γίνεται καθρέφτης για κάτι που υπάρχει μέσα μας και δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε. Αλλιώς δεν θα μας ενοχλούσε τόσο. Ετσι, ο μεν τσιγκούνης υπομένει την τσιγκουνιά των άλλων με περισσότερη ένταση από οποιονδήποτε, ο δε αδιάκριτος τσαντίζεται υπερβολικά όταν υφίσταται την αδιακρισία. Το πρόσωπο που μισούμε είναι καθρέφτης μας και, συνεπώς ένας πνευματικός δάσκαλος που δεν πρέπει να υποτιμάμε».
Οταν φοβόμαστε κάποιον είναι γιατί του έχουμε παραχωρήσει εξουσία πάνω μας. «Συχνά οι άλλοι ούτε που έχουν γνώμη για μας. Εμείς οι ίδιοι τυφλωνόμαστε από τη μανία να μάθουμε τί θα σκεφτούν…»
Το τρυφερό είναι πιο δυνατό από το σκληρό, το νερό πιο δυνατό από τον βράχο, η αγάπη πιο δυνατή από τη βία. «Η δύναμη της αγάπης, σαν το νερό, έγκειται στην προσαρμοστικότητά της στο μέσο όπου ζει. Αν αυτό μεταφερθεί στην καθημερινή ζωή, ο ικανός να αγαπήσει -όχι μόνο έναν άλλο άνθρωπο αλλά και ένα σχέδιο- σμιλεύεται στις δυσκολίες ώστε να αποκομίσει το καλύτερο σε κάθε κατάσταση».
Κάποιοι που θεωρούνται τέλειοι είναι τέλειοι επειδή απλώς έχουν λιγότερες απαιτήσεις από τον εαυτό τους: «Μια απλή αλλά πολύ αποτελεσματική άσκηση: σημείωνε έναν στόχο βελτίωσης για κάθε εβδομάδα, και σε ένα χρόνο η ποιότητα ζωής σου θα έχει αναβαθμιστεί με τρόπο που ούτε τον φαντάζεσαι τώρα».
Το πουλί σπάει το τσόφλι. Το αυγό είναι ο κόσμος. Αυτός που θέλει να γεννηθεί οφείλει να σπάσει έναν κόσμο: «Το παιδί πρέπει να εγκαταλείψει την παιδική ηλικία του, την αθωότητα του ώστε με αυτόν τον τρόπο να μεταμορφωθεί σε ενήλικα. Αυτά τα τελετουργικά μετάβασης συνεπάγονται πάντα το να αποβάλει κανείς το πρότερο εγώ του ώστε να επιτρέψει στο καινούργιο εγώ να γεννηθεί».
Κάποες φορές οι εχθροί είναι πιο χρήσιμοι από τους φίλους, αφού χωρίς αέρα δεν γυρνάν οι ανεμόμυλοι: «Ο εχθρός μας αναγκάζει να δράσουμε και να βγούμε από την άνεση που μας είχε κάνει μαλθακούς. Μας αναγκάζει να βγάλουμε τον καλύτερο, καθώς και τον χειρότερο εαυτό μας. Αν μπορούμε να δούμε τις αντιδράσεις μας από απόσταση και με λίγο χιούμορ, σε κάθε σύγκρουση κρύβεται κι ένα μεγάλο μάθημα σχετικά με το ποιόν μας και τις αδυναμίες μας».
Το σχολείο δεν διδάσκει δεξιότητες κι ικανότητες που είναι απαραίτητες για τη ζωή: «Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει και ο Εσσε στο μυιστόρημά του “Κάτω από τον τροχό”: “Ο δάσκαλος του σχολείου προτιμάεινα έχει μερικά στουρνάρια στην τάξη του παρά έναν μόνο ιδιοφυή μαθητή. Και κατά βάθος έχει δίκιο γιατί καθήκον του δεν είναι να μορφώνει εξαιρετικά μυαλά αλλά καλούς φιλολόγους, μαθηματικούς, και χρήσιμους ανθρώπους».
Ξανά και ξανά γατζώνεται κανείς στα πράγματα που έχει αγαπήσει και νομίζει ότι πρόκειται γαι πίστη ενώ είναι απλώς τεμπελιά: «Τα παιδιά τα τρομάζει το σκοτάδι γιατί νομίζουν ότι ανάμεσα στις σκιές κρύβεται κάποιο τέρας, κάτι άγνωστο που μπορεί να τους επιτεθεί. Κατά τον ίδιο τρόπο, τους ενήλικες τους τρομάζει το άγνωστο γιατί συνεπάγεται αλλαγή, ρίσκο, αβεβαιότητα. Μας προκαλεί φόβο το καινούργιο γιατί αν αποτύχουμε ξέρουμε ότι θα ακούσουμε τη φράση: “Εγώ σου το είχα πει”».
Χωρίς προσωπικότητα δεν υπάρχει αγάπη, δεν υπάρχει αγάπη αληθινά βαθιά: «Πολλοί άνθρωποι προσπαθούν να δείχνουν κάτι που δεν είναι, είτε γιατί νομίζουν πως αυτό θέλουν οι άλλοι είτε γιατί δεν τους αρέσει το πώς είναι. Είναι εξαρτημένοι από τη γνώμη των άλλων και χρειάζονται απελπισμένα την επιδοκιμασία τους. Ομως, η αληθινή αγάπη δε γεννιέται από τη στέρηση, με το να περιμένουμε να καλύψει ο άλλος τα εσωτερικά μας κενά ή να μας πει τι πρέπει να κάνουμε. Αγαπάμε κάτι αληθινά μόνο αποδεχόμενοι αυτό που είναι».
Γιατί ερωτευόμαστε σύμφωνα με τον Άλμπερ Καμύ; «Εφόσον είχα ανάγκη ν’ αγαπήσω και να αγαπηθώ…»