Οι κύριοι δίαυλοι για τη διάδοση των στόχων της Φιλικής Εταιρείας ήταν τα ενδιάμεσα μέλη της, που αναφέρονταν ως “Ιερείς” στην κωδικοποιημένη γλώσσα της ομάδας, ενώ η ίδια η Εταιρεία είχε την κωδικοποιημένη ονομασία “Ναός”.
Ο Ιερέας χρησίμευε ως το θεμέλιο της Εταιρείας, έχοντας την εξουσία να κατηχήσει τα άτομα στους στόχους της οργάνωσης, ορίζοντάς τα είτε ως τους ίδιους τους Ιερείς είτε ως κατώτερες βαθμίδες, γνωστές ως Αδελφοποιητές ή Βλάμηδες» και των «Συστημένοι».
Μόνο η “Αόρατος Αρχή” είχε το προνόμιο να απονέμει τον ανώτερο βαθμό του Ποιμένα σε άτομα, ουσιαστικά την ηγεσία της Εταιρείας.
Για να αποκτήσει κάποιος την ιδιότητα του Ποιμένα μέσα στην Εταιρεία, χρειαζόταν εξαιρετικές διανοητικές, διοικητικές και οργανωτικές ικανότητες, και πολύ λίγοι ήταν εκείνοι που ανήλθαν σε αυτή τη θέση.
Η μύηση ενός ιερέα
Τα κατώτερα μέλη δεν γνώριζαν τις δραστηριότητες της “Ανώτερης Αρχής” ούτε την ταυτότητα των ανώτερων μελών.
Οι υποψήφιοι προέκυπταν από τα προτεινόμενα άτομα μετά από ενδελεχή παρατήρηση, και όταν κρίνονταν κατάλληλοι, ένας κατηχητής τους προσέγγιζε διακριτικά.
Τους ρωτούσε αν ήταν πρόθυμοι να διαφυλάξουν το μυστικό της Εταιρείας με κίνδυνο της ζωής τους, να υπομείνουν σκληρά βασανιστήρια και να αφιερώσουν τη ζωή τους στην Εταιρεία και τη χώρα τους.
Η τελετή λάμβανε χώρα το βράδυ, με ένα κερί να χρησιμεύει ως “ο μοναδικός μάρτυρας όπου λαμβάνει η άτυχη χώρα όταν τα παιδιά της δίνουν τον όρκο της ελευθερίας”.
Κριτήρια για τους υποψηφίους ιερείς
Οι υποψήφιοι έπρεπε να απαντήσουν σε πρόσθετες ερωτήσεις:
Α) Είσαι κατατρεγμένος συ ή κανένας συγγενής ή φίλος σου από την διοίκηση της πατρίδος μας ή από άλλον τίνα και διά ποίαν αιτίαν;
β) Έχεις κανένα συγγενή ή φίλον είς φυλακή και δία ποίαν αιτίαν;
γ) Εφονεύθη κανένας συγγενής ή φίλος σου από την διοίκησιν ή από άλλον τινά και διά ποίαν αιτίαν;
δ) Σου ακολούθησε μέγα τι εις την ζωήν σου;
ε) Ηξεύρεις κανέναν μέγα πολιτικόν μυστικόν, καμμίαν ακοινολόγητον εφεύρεσιν ή άλλο τι μέγα απόκρυφον; Πόθεν το έμαθες; Το ηξεύρουν άλλου; Ποιοι είναι αυτοί; Έχεις τα αναγκαίας αποδείξεις του; Και τί είναι αυτό;
στ) Έχεις κανένα μέγα προτέρημα κρυφόν ή φανερωμένο ή καμμίαν ξεχωριστή επιτηδειότητα;
Οι ιδρυτές ήταν δύο Ηπειρώτες και ένα Πάτμιος
Η Φιλική Εταιρεία δρύθηκε το 1814 στην Οδησσό της Ουκρανίας από τον Εμμανουήλ Ξάνθο(Πάτμος), τον Νικόλαο Σκουφά(Άρτα)και τον Αθανάσιο Τσακάλωφ (Ιωάννινα), ενώ το τέταρτο μέλος, ο Αντώνης Κομιζόπουλος, πιθανότατα από την Φιλιππούπολη.
Ο Νικόλαος Γαλάτης μπορεί επίσης να ήταν βασικό μέλος. Ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος, πιθανώς συνιδρυτής, εντάχθηκε νωρίς. Η Κυριακή Ναούτη, με καταγωγή από τη Σμύρνη της Μικράς Ασίας, έγινε το πρώτο γυναικείο μέλος.
You are currently viewing a placeholder content from Default. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.
Ο μυστικός κώδικας των φιλικών
Όταν δύο πατριώτες συναντήθηκαν και θέλησαν να εξακριβώσουν αν ήταν μυημένοι στο μυστικό των Φιλικών χρησιμοποίησαν την ακόλουθη κωδικοποιημένη μέθοδο:
Ο ένας τοποθετούσε την αριστερή του παλάμη μέσα στη δεξιά του και μιμούνταν το πλύσιμο των χεριών του.
Το άλλο άτομο έβαλε αμέσως δύο δάχτυλα του δεξιού του χεριού μέσα στην αριστερή του παλάμη.
Αυτό αποτελούσε το αρχικό σήμα αναγνώρισης.
Αν το πρώτο άτομο επιθυμούσε να συζητήσει θέματα της Κοινωνίας με το δεύτερο άτομο, έπρεπε πρώτα να βάλει τα δύο δάχτυλα του δεξιού του χεριού στην αριστερή του παλάμη και στη συνέχεια να πιάσει και τα δύο χέρια του συντρόφου του, ρωτώντας:
– Έχεις κανένα τσιμπούκι;
– Ο δεύτερος έπρεπε απαραίτητα ν’ απαντήσει:
-Τσιμπούκι; Όχι! Έχω όμως τσαρούχι!
Ο όρκος της φιλικής εταιρείας:
«Ορκίζομαι ενώπιον του αληθινού Θεού, ότι θέλω είμαι επί ζωής μου πιστός εις την Εταιρείαν κατά πάντα. Να φανερώσω το παραμικρόν από τα σημεία και τους λόγους της, μήτε να σταθώ κατ΄ ουδένα λόγον ή αφορμή του να καταλάβωσι άλλοι ποτέ, ότι γνωρίζω τι περί τούτων, μήτε εις συγγενείς μου, μήτε εις πνευματικόν ή φίλον μου. Ορκίζομαι ότι εις το εξής δεν θέλω έμβει εις καμμίαν εταιρείαν, οποία και αν είναι, μήτε εις κανέναν δεσμόν υποχρεωτικόν. Και μάλιστα, οποιονδήποτε δεσμόν αν είχα, και τον πλέον αδιάφορον ως προς την Εταιρείαν, θέλω τον νομίζει ως ουδέν.
Ορκίζομαι ότι θέλω τρέφει εις την καρδίαν μου αδιάλλακτον μίσος εναντίον των τυράννων της πατρίδος μου, των οπαδών και των ομοφρόνων με τούτους, θέλω ενεργεί κατά πάντα τρόπον προς βλάβην και αυτόν τον παντελή όλεθρόν των, όταν η περίστασις το συγχωρήσει. Ορκίζομαι να μη μεταχειριστώ ποτέ βίαν δια να αναγνωρισθώ με κανένα συνάδελφον, προσέχων εξ εναντίας με την μεγαλυτέρανεπιμέλειαν να μην λανθασθώ κατά τούτο, γενόμενος αίτιος ακολούθου τινός συμβάντος, με κανένα συνάδελφον.
Ορκίζομαι να συντρέχω, όπου εύρω τινά συνάδελφον, με όλην την δύναμιν και την κατάστασίν μου. Να προσφέρω εις αυτόν σέβας και υπακοήν, αν είναι μεγαλύτερος εις τον βαθμόν και αν έτυχε πρότερον εχθρός μου, τόσον περισσότερον να τον αγαπώ και να τον συντρέχω, καθ΄ όσον η έχθρα μου ήθελεν είναι μεγαλυτέρα. Ορκίζομαι ότι καθώς εγώ παρεδέχθην εις Εταιρείαν, να δέχομαι παρομοίως άλλον αδελφόν, μεταχειριζόμενος πάντα τρόπον και όλην την κανονιζομένην άργητα, εως ού τον γνωρίσω Έλληνα αληθή, θερμόν υπερασπιστήν της πατρίδος, άνθρωπον ενάρετον και άξιον όχι μόνον να φυλάττη το μυστικόν, αλλά να κατηχήση και άλλον ορθού φρονήματος.
Ορκίζομαι να μην ωφελώμαι κατ΄ ουδένα τρόπον από τα χρήματα της Εταιρείας, θεωρών αυτά ως ιερό πράγμα και ενέχυρον ανήκον εις όλον το Έθνος μου. Να προφυλάττωμαι παρομοίως και εις τα λαμβανόμενα εσφραγισμένα γράμματα. Ορκίζομαι να μην ερωτώ κανένα των Φιλικών με περιέργειαν, δια να μάθω οποίος τον εδέχθη εις την Εταιρείαν. Κατά τούτο δε μήτε εγώ να φανερώσω, ή να δώσω αφορμήν εις τούτον να καταλάβη, ποίος με παρεδέχθη. Να αποκρίνομαι μάλιστα άγνοιαν, αν γνωρίζω το σημείον εις το εφοδιαστικόν τινός.
Ορκίζομαι να προσέχω πάντοτε εις την διαγωγήν μου, να είμαι ενάρετος. Να ευλαβώμαι την θρησκείαν μου, χωρίς να καταφρονώ τας ξένας. Να δίδω πάντοτε το καλόν παράδειγμα. Να συμβουλεύω και να συντρέχω τον ασθενή, τον δυστυχή και τον αδύνατον. Να σέβομαι την διοίκησιν, τα έθιμα, τα κριτήρια και τους διοικητάς του τόπου, εις τον οποίον διατριβώ.
Τέλος πάντων ορκίζομαι εις Σε, ω ιερά πλην τρισάθλια Πατρίς ! Ορκίζομαι εις τας πολυχρονίους βασάνους Σου. Ορκίζομαι εις τα πικρά δάκρυα τα οποία τόσους αιώνας έχυσαν και χύνουν τα ταλαίπωρα τέκνα Σου, εις τα ίδια μου δάκρυα, χυνόμενα κατά ταύτην την στιγμήν, και εις την μέλλουσαν ελευθερίαν των ομογενών μου ότι αφιερώνομαι όλως εις Σε. Εις το εξής συ θέλεις είσαι η αιτία και ο σκοπός των διαλογισμών μου. Το όνομά σου ο οδηγός των πράξεών μου, και η ευτυχία Σου η ανταμοιβή των κόπων μου. Η θεία δικαιοσύνη ας εξαντλήσει επάνω εις την κεφαλήν μου όλους τους κεραυνούς της, το όνομά μου να είναι εις αποστροφήν, και το υποκείμενόν μου το αντικείμενον της κατάρας και του αναθέματος των Ομογενών μου, αν ίσως λησμονήσω εις μίαν στιγμήν τας δυστυχίας των και δεν εκπληρώσω το χρέος μου. Τέλος ο θάνατός μου ας είναι η άφευκτος τιμωρία του αμαρτήματός μου, δια να μη λησμονώ την αγνότητα της Εταιρείας με την συμμετοχήν μου».
Πηγή: Διαδικτυακή έρευνα: Cognoscoteam, Μηχανή του Χρόνου