Η Κατερίνα Μαυρογεώργη σκηνοθετεί την παράσταση «Οι Λουόμενες», που θα παρουσιαστεί από τις 26 Οκτωβρίου στο Θέατρο Tempus Verum. Με αφορμή την επικείμενη παράσταση γράφει στη Lavart.
Ξεκίνησα να γράφω αυτό το έργο το Πάσχα του 2018.
Πως ξεκίνησε: Ξεπήδηξε σαν ιαματική πηγή. Αυτή η ιδέα σιγοέβραζε μέσα μου υπόγεια μάλλον για χρόνια. Χρειάστηκε αρκετή μοναξιά, το λατρεμένο μου λαπτοπ και μια συγκέντρωση άλλου τύπου από αυτές που γνώριζα ως τότε για να κάτσω να το γράψω.
Πράγματα που ήξερα από την αρχή για αυτή τη δουλειά:
Ότι είναι δραματική κωμωδία. Ήταν απαραίτητο να αποτυπωθει αυτό το συναίσθημα της κόψης του ξυραφιού, γελάς και ξαφνικά κλαις ή κλαις και όμως γελάς. Κάτι κρύβεται εκεί σε αυτη την συνάντηση των δύο, κάποια ζωτική δύναμη.
Ότι ήθελα και να το σκηνοθετήσω, γιατί το άκουγα το κείμενο στο κεφάλι μου σαν μουσική και τις λέξεις σαν νότες.
Ότι όλα θα συμβαίνουν σε μια λουτρόπολη σαν τα Θέρμα στην Ικαρία. Ότι παντού θα αιωρείται μια διαβολική μυρωδιά θειαφιού λόγω γεωθερμικής ραδιενέργειας.
Ότι οι πρωταγωνίστριες θα είναι τρεις σαν τις τρεις γυναίκες στον μύθο της Περσεφόνης. Μια παγιδευμένη νέα στον Κάτω Κόσμο. Ένα μυστικό έχει βαρύνει μέσα της σαν πέτρα και την κρατάει κάτω. Δυο γυναίκες θα την βοηθήσουν να αναδυθεί. Η Δήμητρα, η μαμά της. Και η Εκάτη, η θεά των επιλογών. Η Περσεφόνη έγινε το καλούπι της Μαρίας, η Δήμητρα έγινε το καλούπι της Λίντιας και η Εκάτη της Κάτιας.
Ότι κάποια στιγμή μέσα στο έργο, πρέπει να συμβεί κάτι σαν έκρηξη, σαν πηγή, σαν πυροτέχνημα.
Πράγματα που ανακάλυψα γράφοντας ή /και στις πρόβες:
Ότι και οι τρεις τελικά έχουν μυστικά-πέτρες που τις βαραίνουν. Ότι όλες θέλουν να τα ξεφορτωθούν. Ότι τα μυστικά που τις πνίγουν κάποτε ηταν απλά εμπειρίες, μετά έγιναν ιστορίες και μετά βαφτίστηκαν μυστικά και ενοχοποιήθηκαν και θάφτηκαν βαθιά. Ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο. Ότι καμιά φορά, βασικά όχι, ότι πολύ συχνά, απλά και μόνο το να ζεις την ζωή σου μπορεί να θεωρηθεί αμαρτία. Ότι η οικονομία κυρίως τις επιθυμίες μας ή τις εμπορευματοποιεί ή προσπαθεί να τις λιώσει, να τις συνθλίψει αν δεν βρει κάτι να μας πουλήσει σε σχέση με αυτές
Ότι όλα αυτά λοιπόν, όλη η ιστορία, συμβαίνει εκτός κόσμου. Εκτός τόπου. Μέσα σε ένα ξεχαρβαλωμένο υδροθεραπευτήριο, τον Ασκληπιό.
Συμβαίνει όμως εντός χρόνου. Παραμονή Πρωτοχρονιάς. Η ιστορία σκαρφαλώνει πάνω σε μια αντίστροφη μέτρηση.
Ότι η Λίντια ακούει όπερα μέσα στον Ασκληπιό γιατί η Λίντια είναι λάτρης της όπερας και η όπερα δίνει τον τόνο που χρειάζονται οι Λουόμενες για να ξεθαρρέψουν και να αρχίσουν να μιλάνε.
Τόνος μελοδραματικός, γραμμένος από συνθέτες άντρες που για ένα καλό μουσικό φινάλε δεν διστάζουν να σκοτώσουν, ενίοτε τιωρητικά, την συνήθως πόρνη ή εταίρα πρωταγωνίστριά τους. Άρχίζουν να μιλάνε όλες μαζί, η Τραβιάτα, η Μπάτερφλάι, η Κάτια.
Τα μυστικά γίνονται ντόμινο, χτυπούν το ένα στο άλλο και καταρέουν λυτρωτικά. Οι Λουόμενες καταλήγουν να αλληλοεξαγνίζονται χορεύντας μεθυσμένες ενώ έξω σκάει η Πρωτοχρονιά. Το ξημέρωμα τις βρίσκει στο πάτωμα. Πως θα σηκωθούν και πως θα συνεχίσουνν την ιστορία; Μήπως μένει και κάτι ακόμα να ειπωθεί;..
Πράγματα που δεν περίμενα:
-Ότι θα κοντέψω να πεθάνω κυριολεκτικά από τα γέλια στις πρόβες, από αυτά τα διαμάντια που έκαναν κάθε μέρα στις πρόβες τα κορίτσια. Υπάρχει διαβολεμένο κέφι.
Κείμενο: Κατερίνα Μαυρογεώργη
Όταν οι σκηνοθέτες γράφουν στη Lavart.