Η Σοφία Βέμπο, η εμβληματική Ελληνίδα τραγουδίστρια, μοιράστηκε: «Η φωνή μου και τα τραγούδια μου είναι γνωστά σε πολλούς. Η ζωή μου, όμως, είναι γνωστή σε πολύ λίγους», στην αυτοβιογραφία της «Η ζωή μου» που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Εθνικός Κήρυκας» από τις 15 Μαΐου έως τις 25 Ιουλίου 1947, κατά τη διάρκεια της περιοδείας της στις ΗΠΑ.
Στην αυτοβιογραφία της, η Βέμπο προβληματίζεται για την ανατροφή της: «Οσο μεγάλωνα τόσο γινόταν συνείδησις μέσα μου ο προορισμός της ζωής μου. Και προορισμός μου επίστευα πως ήταν να παντρευτώ και να δημιουργήσω δική μου οικογένεια. Εάν μου έλεγαν τότε ότι το 1947 θα ήμουν ανύπανδρη και θα είχα ως επάγγελμα να λέω τραγούδια στο θέατρο, ομολογώ πως θα εθύμωνα πολύ και ίσως έβαζα τα κλάματα. Στο σπίτι μου επίστευαν και με εδίδασκαν ότι έπρεπε να γίνω μια καλή νοικοκυρά, μια τρυφερή σύζυγος και μια στοργική μητέρα»
Το καλλιτεχνικό ταξίδι της Βέμπο ξεκίνησε τυχαία το 1930, τραγουδώντας σ’ ένα ζαχαροπλαστείο στη Θεσσαλονίκη για να συντηρήσει την οικογένειά της. Ο αρχικός της μισθός ήταν 6.000 δραχμές το μήνα, ο οποίος αυξήθηκε σε 10.000 δραχμές τον επόμενο χρόνο. «Οι αριθμοί με ζάλισαν», σημείωσε η ίδια. Η δυνατή κοντράλτο φωνή της σύντομα την έβαλε σε μια μακρά και επιτυχημένη πορεία.
Το 1933 μετακόμισε στην Αθήνα και προσλήφθηκε από τον θεατρικό επιχειρηματία Φώτη Σαμαρτζή για να παίξει στην επιθεώρηση «Παπαγάλος 1933». Υπέγραψε επίσης το πρώτο της συμβόλαιο με την Columbia Records, κερδίζοντας γρήγορα την αναγνώριση για τη μοναδική μπάσα φωνή της.
«Ας ερχόσουν για λίγο μοναχά για ένα βράδυ»
Το διάσημο και ευρέως αγαπημένο τραγούδι «Ας ερχόσουν για λίγο μοναχά για ένα βράδυ»: γράφτηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1940, εμπνευσμένο από τον βαθύ έρωτα μεταξύ του Μίμη Τραϊφόρου και της Σοφίας Βέμπο. Γνωστή ως η «τραγουδίστρια της νίκης», η Βέμπο αρραβωνιάστηκε τον αξιόλογο συγγραφέα και ποιητή στην Αίγυπτο το 1942, όπου είχαν καταφύγει κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Επέστρεψαν στην Αθήνα μετά την απελευθέρωση.
Στις αρχές του 1946, ένα χρόνο μετά την επιστροφή τους, έκαναν το ντεμπούτο τους με το πρώτο μεταπολεμικό τους έργο εν μέσω του ταραχώδους εμφυλίου πολέμου στην Αθήνα. Επρόκειτο για την επιθεώρηση «Ελλάδα μου θάρρος», που έγραψαν ο Μίμης Τραϊφόρος και ο Μήτσος Βασιλειάδης. Στην επιθεώρηση συμμετείχαν διακεκριμένοι ερμηνευτές της εποχής, όπως η Σοφία και η Αλίκη Βέμπο, ο Αυλωνίτης, ο Μαυρέας, ο Φιλιππίδης, ο Κοκκίνης και η Βασιλειάδου, μεταξύ άλλων. Η παράσταση διήρκεσε έναν ολόκληρο χρόνο, σημειώνοντας τεράστια επιτυχία τόσο καλλιτεχνικά όσο και οικονομικά. Το τραγούδι της Βέμπο «Κάνε κουράγιο Ελλάδα μου», σε σύνθεση του Μιχάλη Σογιούλ, ήταν ένας ξεχωριστός προσωπικός θρίαμβος.
Ωστόσο, στο αποκορύφωμα της επιτυχίας της επιθεώρησης, προέκυψε μια σύγκρουση όταν ο αδελφός της Βέμπο, Γιώργος, ανακοίνωσε τα σχέδιά της για περιοδεία στην Αμερική. Ο Γιώργος, ανησυχώντας για την ευημερία και τις προοπτικές καριέρας της Σοφίας, αποδοκίμασε τον αρραβώνα της με τον Μίμη Τραϊφόρο και είδε την αμερικανική περιοδεία ως μέσο για να τους χωρίσει. Οι φήμες έλεγαν επίσης ότι ένας πλούσιος μνηστήρας περίμενε τη Σοφία στην Αμερική, γεγονός που παρακίνησε ακόμη περισσότερο τον Γεώργιο στην απόφασή του.
Πεπεισμένη από τον αδελφό της για τα πιθανά οφέλη της περιοδείας, η Σοφία αποφάσισε να πάει, παρά τις απεγνωσμένες προσπάθειες του Τραϊφόρου να την μεταπείσει. Τον Σεπτέμβριο του 1947, ξεκίνησε το ταξίδι της χωρίς εκείνον. Η αμερικανική περιοδεία της Βέμπο είχε μεγάλη επιτυχία, αποσπώντας τον θαυμασμό όχι μόνο των Ελλήνων ομογενών αλλά και πολλών Αμερικανών πολιτών. Μεγάλες αμερικανικές εφημερίδες της έδωσαν διθυραμβικές κριτικές, εξυμνώντας τις παραστάσεις της.
Εν τω μεταξύ, στην Ελλάδα, η επιθεώρηση «Ελλάδα μου κουράγιο» διαλύθηκε γρήγορα λόγω της απουσίας της και ο Τραϊφόρος έμεινε συντετριμμένος. Του έλειπε βαθιά η Σοφία – η παρουσία της, η φωνή της, το γέλιο της, ακόμα και η σκιά της. Τον βασάνιζαν ερωτήσεις για το πώς θα μπορούσε να τον αφήσει και αν οι φήμες για έναν πλούσιο μνηστήρα ήταν αληθινές.
Ο καιρός περνούσε χωρίς νέα της, ώσπου μια μέρα έλαβε ένα γράμμα. Το γράμμα ήταν ψυχρό, πικρό και αδιάφορο, σε αντίθεση με τη γυναίκα που γνώριζε και αγαπούσε τόσα χρόνια. Κατακαημένος από μοναξιά, πάθος και απελπισία, ο Τραϊφόρος απάντησε με τους οδυνηρούς στίχους του «Άσε να έρθεις για λίγο», εκφράζοντας τη λαχτάρα και τον σπαραγμό του: «”Πού να ‘σαι αλήθεια το βράδυ αυτό…»
Οι στίχοι
Πού να `σαι αλήθεια το βράδυ αυτό
που είμαι μόνος, μα τόσο μόνος
και που μαζί μου παίζουν κρυφτό
πότε η θλίψη και πότε ο πόνος
Πού να `σαι αλήθεια το βράδυ αυτό
που με χτυπάει τ’ άγριο τ’ αγέρι
να `ρθεις και μ’ ένα φιλί καυτό
να με γεμίσεις με καλοκαίρι
Ας ερχόσουν για λίγο
μοναχά για ένα βράδυ
να γεμίσεις με φως
το φριχτό μου σκοτάδι
και στα δυο σου τα χέρια
να με σφίξεις ζεστά
ας ερχόσουν για λίγο
κι ας χανόσουν μετά
Πού να `σαι, να `ρθεις το βράδυ αυτό
σ’ αυτούς τους δρόμους που σ’ αγαπούνε
το ντουετάκι τους το γνωστό
τα βήματά μας να ξαναπούνε
Πού να `σαι να `ρθεις το βράδυ αυτό
που `γινε φύλλο ξερό η ελπίδα
να `ρθεις κοντά μου να φυλαχτώ
από του πόνου την καταιγίδα
Ας ερχόσουν για λίγο
μοναχά για ένα βράδυ
να γεμίσεις με φως
το φριχτό μου σκοτάδι
και στα δυο σου τα χέρια
να με σφίξεις ζεστά
ας ερχόσουν για λίγο
κι ας χανόσουν μετά
Μουσική: Μιχάλης Σουγιούλ
Στίχοι: Μίμης Τραϊφόρος
Ερμηνεία: .Δανάη Στρατηγοπούλου
You are currently viewing a placeholder content from YouTube. To access the actual content, click the button below. Please note that doing so will share data with third-party providers.
Τα πέπλα του απαγορευμένου: Δυνατοί έρωτες που «βαφτίστηκαν» στα κρυφά